Print this page

Μάσκα: αναγκαιότητα ή πείραμα εξουσίας;

Συντάκτης  Σεπ 19, 2020

 

Τι βλέπουμε και τι δεν βλέπουμε σχετικά με τον «εμφύλιο πόλεμο της μάσκας», που ξέσπασε πρόσφατα με επίκεντρο τα σχολεία μας…

Δεν βλέπουμε καμιά φονική πανδημία, όπως αυτήν, για την οποία διαρκώς μας «ενημερώνουν» και μας προειδοποιούν. Ακούμε για εκατοντάδες φορείς του κορωνοϊού, από τους οποίους όμως μόνον ένα ποσοστό ασθενεί και ελάχιστοι πεθαίνουν. Δεδομένου μάλιστα ότι τα πραγματικά κρούσματα – όπως έχει λεχθεί – ίσως είναι δεκαπλάσια από τα καταγεγραμμένα (ενώ οι σοβαρά ασθενείς και οι νεκροί είναι τόσο λίγοι), πώς να πιστέψουμε ότι διατρέχουμε θανάσιμο κίνδυνο;

Σημειωτέον ότι έχει αμφισβητηθεί ακόμη και η ακρίβεια των στοιχείων για χώρες με εκατόμβες θυμάτων, όπως η Ιταλία (και από κατά τεκμήριο σοβαρούς ανθρώπους, όπως ο πολιτικός φιλόσοφος Τζιόρτζιο Αγκάμπεν: Giorgio Agamben, Περί του αληθούς και του ψευδούς ), ενώ είναι γνωστό πλέον ότι όλοι οι νεκροί αυτής της περιόδου, από οποιαδήποτε αιτία θανάτου, καταγράφονται ως θύματα του κορωνοϊού, απλώς και μόνο αν συνέπεσε να ήταν φορείς του.

Ακόμη και γιατροί έχουν μιλήσει δημόσια, στη χώρα μας και διεθνώς, υποστηρίζοντας ότι έχουμε μπροστά μας ένα παγκόσμιο πείραμα ελέγχου της ανθρώπινης συμπεριφοράς, με πρόσχημα τη διάδοση ενός ιού πολύ μικρότερης επικινδυνότητας απ’ όσο λέγεται. Ποιον να πιστέψουμε λοιπόν;

Συνυπολογίζοντας και την αντιφατικότητα των δηλώσεων των επίσημων αρμόδιων επιστημόνων (όχι στη μάσκα – υποχρεωτική η μάσκα, τα μικρά παιδιά δεν ασθενούν – ασθενούν, οι νέοι και υγιείς δεν κινδυνεύουν – κινδυνεύουν λίγο – κινδυνεύουν εξίσου κ.τ.λ.), περιμένουμε ότι και αυτό που λέγεται σήμερα θα αναιρεθεί αύριο. Θεωρώ δε, προσωπικά, αδιανόητη την αιτιολογία ότι «ακόμη ο ιός δεν είναι γνωστός» στην επιστημονική κοινότητα, μετά από τόσους μήνες και αναρίθμητες περιπτώσεις μετάδοσης.

Τι βλέπουμε; Ένα κράτος διατεθειμένο να επιβάλει διά ροπάλου τη θέλησή του στον πολίτη, απαγορεύοντάς του να παρακούσει τις κρατικές εντολές. Χωρίς δεύτερη κουβέντα, ποινική δίωξη.

Ακούσαμε σε δελτία ειδήσεων ότι οι αρχές ερευνούν βίντεο από τη συγκέντρωση κατά της μάσκας στην Αθήνα, προ ημερών, για να ταυτοποιήσουν τους ανθρώπους που συμμετείχαν και να γίνει αυτεπάγγελτη δίωξή τους! Δίωξη επίσης – σύμφωνα με δελτία ειδήσεων – περιμένει και τους γονείς που ζητούν να πηγαίνουν τα παιδιά τους στο σχολείο χωρίς μάσκα. Και εννεάμηνη φυλάκιση (με αναστολή ευτυχώς) στον ιερέα που (άκομψα, όπως φαίνεται, και άκαιρα – το δέχομαι!) κήρυξε κατά της μάσκας σε νηπιαγωγείο επαρχιακής πόλης.

Δηλαδή βλέπουμε το πρωτοφανές για τη χώρα μας, εδώ και δεκαετίες, να διώκονται άνθρωποι γι’ αυτά που είπαν και όχι για κάτι που έκαναν, και να απαγορεύεται στους γονείς να ανησυχούν για την υγεία των παιδιών τους – επιτρέπεται να ανησυχούμε μόνο προς την κατεύθυνση που μας επιβάλλει το κράτος, μήπως τα παιδιά μας ασθενήσουν χωρίς μάσκα, και απαγορεύεται να φοβόμαστε μήπως ασθενήσουν εξαιτίας της μάσκας!

Το κράτος προβαίνει σε διώξεις και ο πρωθυπουργός τιτλοφορεί συνωμοσιολόγους και «ψεκασμένους» τους γονείς που ανησυχούν λόγω της επιβολής της μάσκας, αντί έστω να τους φέρει σε ζωντανό διάλογο με ειδικούς επιστήμονες, για να τους καθησυχάσουν με εγκυρότητα και σοβαρότητα!...

Προσωπικά, φορώ μάσκα (και μάλιστα εκείνη του υπουργείου Παιδείας, την τεράστια) και το παιδί μου είναι μεγάλο και φορεί επίσης τη μάσκα του (πήραμε κάτι ωραίες, πάνινες), αλλά, αν είχα παιδί στο Νηπιαγωγείο ή τις πρώτες τάξεις του Δημοτικού, αμφιβάλλω αν θα δεχόμουν να το στείλω στο σχολείο υπό τις παρούσες συνθήκες. Θεωρώ ανησυχητικό όχι μόνο την ίδια τη χρήση της μάσκας, αλλά και την ψυχική πίεση που φοβάμαι ότι εισπράττουν τα πολύ μικρά παιδιά, όταν η δασκάλα τους (με μάσκα στο πρόσωπό της) πρέπει να τα πείσει ότι ο κόσμος γύρω τους είναι θανάσιμα μολυσμένος και ότι δεν πρέπει ν’ αγγίζουν τίποτε, να μην ανταλλάσσουν τίποτε, να μην αγγίζουν τους φίλους τους, να είναι συνέχεια με το αντισηπτικό στο χέρι. Και ρωτώ: αν υπάρχει τόσο μεγάλος κίνδυνος, γιατί άνοιξαν καν τα σχολεία;

Η απάντηση, που λέγεται από πολλούς σαν κοινό μυστικό: άνοιξαν για να «παρκάρουν» τα παιδιά τους οι γονείς, αναγκαστικά, αφού εργάζονται.

Θα μπορούσε ωστόσο το κράτος να ενθαρρύνει την παραμονή του ενός από τους δύο γονείς στο σπίτι ή τη φροντίδα των μικρότερων παιδιών από τα μεγαλύτερα. Υπευθυνότητα δεν απαιτούμε από τα παιδάκια; Ιδού λοιπόν τρόπος για την καλλιέργειά της.

Έψαξα να δω αν έχει ερωτηθεί η Ελληνική Ψυχιατρική Εταιρία ή άλλος παρόμοιος φορέας για τη λειτουργία των σχολείων υπό τις συνθήκες αυτές. Σιγή ιχθύος. Και τα σχολεία, αφού άνοιξαν και προκλήθηκε χάος, ένα ένα κλείνουν, γιατί «σημειώνονται κρούσματα». Φυσικά, παντού θα έχουμε κρούσματα (συνήθως ένα δύο), γιατί είναι απολύτως αδύνατον να προστατευτούν όλα τα παιδιά και το προσωπικό των σχολείων με τα υπάρχοντα μέτρα. Και φυσικά μπορεί να έχουμε προσβληθεί από τον ιό το απόγευμα, αφού θα έχουμε αποχωρήσει από το σχολείο, αλλά κι αυτό την επόμενη μέρα θα είναι «κρούσμα σε σχολείο».

 Τι άλλο με ανησυχεί;

 Μέχρι στιγμής, δεν έχουμε δει το κράτος να ενδιαφέρεται για τον πολίτη. Μάλλον το βλέπουμε να εξυπηρετεί τους κύκλους των μεγάλων οικονομικών και πολιτικών συμφερόντων. Αναρωτιόμαστε λοιπόν: τώρα το «έπιασε ο πόνος»; Πού είναι η παγίδα; Πού αποσκοπούν στ’ αλήθεια όλα αυτά;

Αν το κράτος μεταστράφηκε αίφνης σε φρουρό του πολίτη, πού είναι η φροντίδα του για τα εργασιακά δικαιώματα, που καταστρατηγούνται ολοένα και περισσότερο;

Αν με τέτοια πυγμή και ταχύτητα επιβάλλει πρόστιμα και ποινές γι’ αυτό που θεωρεί σωστό και εφόσον είδαμε ότι δεν διστάζει να κλείσει όλη την κοινωνία στο σπίτι και να οδηγήσει ολόκληρους επαγγελματικούς κλάδους στο μαρασμό, πώς και δεν βλέπουμε να απαγορεύει τα καρκινογόνα και τα άλλα επιβλαβή προϊόντα που κατακλύζουν την καθημερινότητά μας; Γιατί κανείς δεν μας ενημερώνει για το πόσοι ασθενείς και θάνατοι από καρκίνο σημειώνονται στη χώρα μας – και παγκοσμίως – ανά έτος; Ειλικρινά, αυτό θα το δεχόμουν αμέσως, γιατί έχω στο οικογενειακό και κοινωνικό μου περιβάλλον πάμπολλες περιπτώσεις καρκινοπαθών, μεταξύ των οποίων και αγαπημένους νεκρούς, και ως πραγματικά φονική πανδημία της εποχής μας δεν μπορώ να αντιμετωπίσω άλλη πέρα απ’ τον καρκίνο.

Πώς και δε βλέπουμε το κράτος να ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΙ τη χρήση «έξυπνων κινητών» και «σελίδων κοινωνικής δικτύωσης» από τους ανήλικους, ενώ ξέρουμε πολύ καλά ότι προκαλούν άμεση εξάρτηση, τους κάνουν ευάλωτους σε ηλεκτρονική βία (ενίοτε και με δράστες άλλους ανήλικους), τους απομονώνουν και μπορεί να τους οδηγήσουν ακόμη και στην αυτοκτονία ή στην ανάγκη νοσηλείας σε ψυχιατρικό ίδρυμα!

Πώς και δε βλέπουμε το κράτος να διαμορφώνει τέτοιο σύστημα Παιδείας, που να απαλλάσσει τους Έλληνες μαθητές και τις οικογένειές τους από τον ψυχικό και οικονομικό βραχνά της παραπαιδείας, βοηθώντας τους να κατακτήσουν τη μόρφωση (δηλαδή τις γνώσεις και τις αξίες) που θα τους αποφέρουν μια ποιοτική και αξιοπρεπή ζωή;

Σε ποιον τομέα το κράτος προστάτευσε ή προστατεύει τη ζωή και την υγεία μικρών και μεγάλων, καθώς και την αξιοπρέπειά τους, την επαγγελματική τους ζωή, τις κοινωνικές και οικογενειακές σχέσεις κ.τ.λ., ώστε να πιστέψουμε ότι τώρα ενδιαφέρεται πραγματικά για την «προστασία της υγείας μας και της υγείας των άλλων» και ότι δεν διενεργείται ένα παγκόσμιο πείραμα ελέγχου της συμπεριφοράς, για να οδηγηθούν οι κοινωνίες σε δρόμους, που προς το παρόν είναι αόρατοι με γυμνό μάτι;

Όλα αυτά με προβληματίζουν, κυρία υπουργέ Παιδείας, κύριοι υπουργοί, κύριε πρωθυπουργέ, κ. Τσιόδρα… Και, αν δεν το γνωρίζετε, προβληματίζουν πολλούς, που αξίζουν κι εκείνοι την προσοχή σας και όχι την παραπομπή τους σε δυνάμεις καταστολής. Και για χάρη εκείνων έγραψα αυτό το άρθρο, σήμερα, γύρω στις δυόμισι το πρωί, γιατί είναι μέρες τώρα που, μόλις πάω να κοιμηθώ, αναδύονται αυτές οι σκέψεις στο νου μου και με αφήνουν ξάγρυπνο.

Φορώ λοιπόν τη μάσκα μου και περιμένω. Εύχομαι να είναι όπως τα λέτε. Γιατί, αν δεν είναι, το μέλλον διαγράφεται πολύ δυσοίωνο.

ΥΓ. Χωρίς να κάνω «επίδειξη πίστης», το πρωί προγραμματίζω να πάω να κοινωνήσω. Δεν ανησυχώ μήπως μου μεταδοθεί ιός από τη θεία μετάληψη, γιατί η πράξη έχει δείξει ότι αυτό ΔΕΝ συμβαίνει. Άλλωστε, ξανακοινωνήσαμε μετά το Πάσχα, όπως και χιλιάδες άλλοι χριστιανοί. Να φορέσω μάσκα σε μια εκκλησία με πολύ κόσμο, εντάξει. Όμως θεωρώ επικίνδυνο το smartphone και το tablet σε χέρια ανηλίκων (για τα οποία κανείς δεν διαρρηγνύει τα ιμάτιά του), όχι το άγιο ποτήριο.

Θεόδωρος Ι. Ρηγινιώτης

Ο Θεόδωρος Ι. Ρηγινιώτης γεννήθηκε το 1971 και είναι θεολόγος στο Ρέθυμνο, έγγαμος και πατέρας μιας κόρης.

Email Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.