Το πως άλλαξαν τα πράγματα είναι ένα άλλο θέμα.
Και κανείς δεν συγκρίνει βέβαια το φρόνημα των χριστιανών της πρώτης Εκκλησίας με το σημερινό, διότι «μίλια» απέχει, όμως κάποιες επισημάνσεις βοηθούν.
Μήπως δεν έχουμε γίνει μάρτυρες του γεγονότος κάποιος να παίρνει τη σειρά του άλλου, πηγαίνοντας για τη θεία κοινωνία ή για το αντίδωρο;
Όλοι λίγο πολύ έχουμε να θυμηθούμε σκηνές «κανιβαλισμού», κατά τη διανομή του άρτου μετά από αρτοκλασία.
Μερικοί «ευφυείς» σκαρφίζονται να αρπάξουν κι ένα παιδί από μία πολύτεκνη μάνα για να το πάνε στο Άγιο Ποτήριο, ώστε να κοινωνήσουν κι αυτοί γρήγορα, αρνούμενοι να περιμένουν τη σειρά τους.
Η μάχη για ένα στασίδι, μέχρι και την διεκδίκηση προτεραιότητας στην προσκύνηση των εικόνων.
Λειτουργούμε ατομικά και όχι συλλογικά.
Από αδιαφορία μέχρι και μίσος «παίζει» μέσα μας καμία φορά.
Υπάρχουν ενορίτες που δεν ανταλλάσσουν ούτε καλημέρα μεταξύ τους.
Άνθρωποι που δεν στέκονται ούτε στο μνημόσυνο του αδελφού, διότι το θεωρούν περιττό και αγγαρεία.
Και εδώ τίθεται το ερώτημα:
Πως θα αισθανόμασταν άραγε αν στο μνημόσυνο του συγγενούς μας, βλέπαμε να μας γυρνά την πλάτη όλο το εκκλησίασμα;
Ομάδες βλέπουμε συχνά και όχι ένα σώμα εκκλησιαστικό, (δηλαδή το Σωμα του Χριστού) αλλά ομάδες διηρημένες.
Με λίγα λόγια δηλαδή, η θεία Λειτουργία πέρασε και δεν μας ακούμπησε.
Άλλες φορές το ενδιαφέρον μετατοπίζεται από το ενδιαφέρον για τον συνάνθρωπο, στο τι ρούχα φοράει για να τρέφουμε την περιέργειά μας.
Αλήθεια, πότε πλησιάσαμε κάποιες περιθωριοποιημένες υπάρξεις που χρειάζονται πραγματική βοήθεια;
Που είναι η αγκαλιά και η θέρμη;
Η παρηγοριά στον πονεμένο, που αν δεν βρει μέσα στην Εκκλησία αυτή την αγκαλιά ίσως να τη βρει στην ψεύτικη μορφή της αλλού;
Αν καμία φορά έρχεται ένας άγνωστος ενορίτης να μας χαιρετήσει, τον κοιτάμε καχύποπτα.
Μου έχει συμβεί κάποιες φορές, να έρχεται άνθρωπος που δεν γνωρίζω μέσα στο Ναό και με ζεστό χαμόγελο να με χαιρετά. Τί όμορφη σκηνή!
Γιατί αυτό να είναι γενικά σπάνιο να το συναντήσει κανείς μέσα στην Εκκλησία;
Αυτό που εντέλει αναδεικνύεται μέσα από αυτά τα κείμενα, είναι ότι απομακρυνόμαστε συνεχώς από τη θεμελιώδη στάση του χριστιανού, που είναι η στάση της αγάπης.
Απωλέσαμε τη ζωντάνια και τη χαρά της αναστάσεως που λειτουργεί ως δυναμίτης ζωής και αγάπης, ως μήνυμα ελπίδας που αντί να μεταδίδεται από εμάς που συμμετείχαμε στη θεία Λειτουργία, δεν είναι λίγες οι φορές που το ύφος μας κατά την έξοδο από το Ναό, εκπέμπει θανατίλα αντί για αναστάσιμο μήνυμα.
Η νοσηρότητα αυτή έγκειται στο γεγονός ότι μας απασχολεί η ατομική μας σωτηρία και αδιαφορούμε για το συνάνθρωπο.
Και όσο λειτουργούμε ως μονάδες, αυτό οδηγεί σε κατακερματισμό της συνοχής του πληρώματος της Εκκλησίας.
Αραιά και που σε καμιά μικρή ενορία, συναντάμε δέσιμο των ανθρώπων και σπάνια θα συναντήσει κανείς σε μεγάλες ενορίες, πραγματική ενότητα.
Μερικές ενορίες έχουν καθιερώσει, ένα κέρασμα με καφέ, μετά το πέρας της θείας Λειτουργίας.
Η προσπάθεια αυτή για να έχει ένα θετικό αποτέλεσμα, χρειάζονται κάποιες προϋποθέσεις. Δεν είναι εξ ορισμού βέβαιο ότι θα βοηθήσει στην ενότητα των ενοριτών, παρόλο που ως κίνηση κατά πολλούς θεωρείται σωστή.
Πάντα υπάρχει ο κίνδυνος να γίνει «κουτσομπολίστικο» καφενείο ο χώρος που το φιλοξενεί, γι'αυτό απαιτούνται κατάλληλοι χειρισμοί από τον υπεύθυνο ιερέα.
Ένα πολύ σημαντικό βήμα για να επιτευχθεί συνοχή, είναι να λειτουργεί το κομμάτι της νεότητας σωστά και οι δραστηριότητες της ενορίας να είναι ουσιαστικές και όχι «φλύαρες», διότι το μόνο που καταφέρνουν είναι να μοιάζουν με προτεσταντικές συναθροίσεις, αντί να έχουν πνευματικό σκοπό και να βοηθούν στην ενότητα.
Και στις συγκεκριμένες περιπτώσεις, δεν είναι δύσκολο να διαπιστώσει κανείς το πνευματικό κενό που υπάρχει, αλλά και την πολλή φασαρία από την προβολή των δραστηριοτήτων αυτών.
Ο άδειος τενεκές εξάλλου, κάνει περισσότερη φασαρία από τον γεμάτο.
Για να πετύχουν οι δραστηριότητες αυτές, χρειάζονται πνευματικές προϋποθέσεις και πολλή προσευχή.
Δεν αρκεί να λέμε ζωντανή ενορία και ενωμένη. Ενωμένη στο όνομα του Χριστού, ή της προβολής του καθένα από εμάς;
Άλλο πράγμα η συγκέντρωση ανθρώπων στην ενορία για μία δραστηριότητα και άλλο η επιθυμία για το Χριστό με το μεγάλο ναι και την ορμή της προαιρέσεώς μου.
Αν η Εκκλησία απολέσει το θεραπευτικό της σκοπό, ποιός μπορεί να είναι ο λόγος της υπάρξεώς της;
Γι'αυτό κρατά γερά εδώ και δύο χιλιάδες χρόνια τώρα το ρόλο του Θεραπευτηρίου, έχοντας θεμελιωτή και αρχίατρο τον ίδιο το Χριστό.
Έχουμε επισημάνει και στο παρελθόν την ιδιαίτερη σημασία της ενότητας του πληρώματος της Εκκλησίας και θα συνεχίσουμε να το κάνουμε μέσα από αυτά τα κείμενα, καταθέτοντας την εμπειρία μας ως βαπτισμένοι χριστιανοί, με πόνο για το συνάνθρωπο και όχι για να κάνουμε παράπονα προς κάθε κατεύθυνση, αφού κι εμείς ασθενείς είμαστε, όμως έχουμε ευθύνη ως μέλη της Εκκλησίας να τονίζουμε κάποια λάθη.
Τις λάθος επιλογές καταδικάζουμε και όχι τους συνανθρώπους μας.
Χρειάζεται μεγάλη προσπάθεια από όλους μας για να γίνει η ενορία του καθενός μας ένα σώμα.
Οφείλουμε να βοηθούμε τους ιερείς, να το πετύχουν και εκείνοι με τη σειρά τους να βοηθούν όλους εμάς για να επιτευχθεί αυτή η ενότητα.
Ο προβληματισμός είναι μία αρχή για να αλλάξουν τα πράγματα, για να μην φτάνουμε ενώ κοινωνούμε το Χριστό να παραμένουμε ακοινώνητοι.