Print this page

Άγιοι του Ιανουαρίου

Συντάκτης  Ιαν 08, 2018

 

Η Εκκλησία μας γιορτάζει τη Βάπτιση του Χριστού στις 6 Ιανουαρίου, και, όπως τα νερά του Ιορδάνη αγιάστηκαν με την είσοδο του Χριστού σε αυτά, έτσι και η Εκκλησία τελεί αγιασμό γενικά στα νερά, με την τελετή του αγιασμού στη θάλασσα, σε δεξαμενές κ.τ.λ.

Ο Χριστός βαπτίστηκε στον Ιορδάνη ποταμό σε ηλικία 30 ετών. Το βάπτισμά Του δεν έχει σχέση με το δικό μας βάπτισμα. Ήταν μια τελετή που έκανε ο άγιος Ιωάννης ο Βαπτιστής μετά από εξομολόγηση των αμαρτιών. Ο Χριστός δεν εξομολογήθηκε καμιά αμαρτία, επειδή ήταν αναμάρτητος, αλλά έλαβε το βάπτισμα για να επικυρώσει ότι ο άγιος Ιωάννης ήταν έγκυρος προφήτης και όχι απατεώνας. Επίσης, το βάπτισμά Του έχει και πολλούς άλλους συμβολισμούς (π.χ. ότι ο Χριστός θα ανέτρεπε την πορεία του ανθρώπινου γένους προς το θάνατο, όπως, κατά τον προφήτη Ησαΐα, «ο Ιορδάνης εστράφη εις τα οπίσω» όταν Εκείνος μπήκε στα νερά του).
Η γιορτή αυτή λέγεται «Φώτα», όχι μόνο επειδή ο κόσμος φωτίζεται με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος, αλλά (κατά μία άποψη) και επειδή στους πρώτους χριστιανικούς αιώνες, που οι άνθρωποι συνήθως βαπτίζονταν ενήλικες, πολλοί διάλεγαν ως ημέρα της βάπτισής τους την εορτή των Θεοφανείων, ώστε να γιορτάσουν τη βάπτιση του Κυρίου με το δικό τους βάπτισμα. Επειδή λοιπόν οι νεοφώτιστοι (εκείνοι που μόλις είχαν βαπτιστεί) κρατούσαν όλοι αναμμένες λαμπάδες (δηλ. φως), η ημέρα ονομάστηκε «ημέρα των Φώτων».

Επίσης, λέγεται «Θεοφάνεια» επειδή στον Ιορδάνη ποταμό αποκαλύφθηκε η Αγία Τριάδα: ακούστηκε η φωνή του Πατέρα να λέει «ούτος εστίν ο υιός μου ο αγαπητός, εν ώ ευδόκησα» (= αυτός είναι υιός μου ο αγαπητός, που έχει την ευλογία και την εύνοιά μου), ενώ το Άγιο Πνεύμα εμφανίστηκε «εν είδει περιστεράς», δηλ. με μορφή περιστεριού, επιβεβαιώνοντας ότι ο Ιησούς είναι ο Χριστός, δηλ. ο πνευματικός βασιλιάς και σωτήρας των ανθρώπων (η λέξη «Χριστός» δεν είναι όνομα, αλλά τίτλος, και σημαίνει «χρισμένος», δηλαδή εξουσιοδοτημένος για μια υψηλή αποστολή). Τα παραπάνω αναφέρονται στα ευαγγέλια κατά Ματθαίον, κεφ. 3, Μάρκον κεφ. 1, Λουκάν κεφ. 3, και κατά Ιωάννην, κεφ. 1.
Στις 7 Ιανουαρίου έχουμε τη «σύναξη του Τιμίου Προδρόμου», μια τιμητική εορτή, λόγω της συμμετοχής του αγίου Ιωάννη του Προδρόμου στη βάπτιση του Χριστού (ενώ η κυριότερη γιορτή του Τιμίου Προδρόμου είναι η αποτομή της κεφαλής του, δηλ. η ανάμνηση του αποκεφαλισμού του, 29 Αυγούστου).

 Άγιοι του Ιανουαρίου

 Όπως κάθε μήνα, έτσι και το Γενάρη γιορτάζουν πολλοί άγιοι. Για την ακρίβεια, κάθε μέρα, όλο το χρόνο, γιορτάζουν άγιοι, απλώς οι περισσότερες γιορτές είναι μεν γραμμένες στα βιβλία της Εκκλησίας, αλλά μένουν άγνωστες στον πολύ κόσμο. Από αυτά τα υπέροχα χειμερινά φρούτα (τους αγίους του Γενάρη) ας διαλέξουμε μερικά για να τα γνωρίσουμε κάπως καλύτερα με λίγα λόγια…

Τη 1 Ιανουαρίου κανονικά η Εκκλησία δεν έχει πρωτοχρονιά. Πρωτοχρονιά έχει τη 1 Σεπτεμβρίου (όπως και τα σχολεία), τότε που αλλάζει ο κύκλος των εποχών και μπαίνουμε στη νέα φθινοπωρινή και χειμερινή περίοδο. Η 1 Ιανουαρίου είναι πολιτική πρωτοχρονιά. Βέβαια η Εκκλησία την αναγνωρίζει, αλλά την ημέρα εκείνη τιμά δύο άλλες γιορτές, την Περιτομή του Χριστού και τη μνήμη του αγίου Βασιλείου του Μεγάλου.

Οκτώ ημέρες από τα Χριστούγεννα (μετρώντας και την 25η Δεκ.) τιμούμε την περιτομή του Χριστού. Η περιτομή είναι μια τελετή που καθιερώθηκε στην Παλαιά Διαθήκη, με την οποία κάποιος γίνεται μέλος της ιουδαϊκής θρησκείας (την έχουν υιοθετήσει και οι μουσουλμάνοι). Γίνεται στις εβραϊκές οικογένειες, μόνο στα αγόρια, 8 μέρες μετά τη γέννησή τους και, σε αυτήν, κόβουν ένα μικρό κομματάκι δέρμα από την άκρη του γεννητικού οργάνου τους.
Ο Χριστός, ως παιδί εβραϊκής οικογένειας, έκανε περιτομή. Η Εκκλησία, στην υμνογραφία της εορτής, λέει ότι «καταδέχτηκε» να κάνει περιτομή, ώστε να τηρήσει όλο το Νόμο της Παλαιάς Διαθήκης πριν φέρει ο Ίδιος το «Νόμο της Χάριτος» με τη δική Του διδασκαλία, δηλ. την Καινή Διαθήκη. 

Ο Μέγας Βασίλειος είναι ένας από τους σημαντικότερους διδασκάλους της ανθρωπότητας, όχι μόνο των χριστιανών. Έζησε τα έτη 330-379 μ.Χ., σπούδασε όλες τις επιστήμες της εποχής του στην Αθήνα και μετά επέστρεψε στην Καισάρεια της Καππαδοκίας (στη Μικρά Ασία). Εκεί έγινε ιερέας και στη συνέχεια επίσκοπος και πνευματικός ηγέτης του φτωχού και βασανισμένου λαού. Βοήθησε με όλες του τις δυνάμεις όλους εκείνους που είχαν ανάγκη. Άσκησε κριτική στην απληστία και την αδικία των πλούσιων, ακόμη και στον αυτοκράτορα Ουάλη, ο οποίος τον εξόρισε. Ίδρυσε μοναστήρια, αλλά και πολλά φιλανθρωπικά ιδρύματα, έγραψε σπουδαία θεολογικά έργα και περιέθαλψε ακόμη και τους λεπρούς. Επίσης συνέγραψε τη θεία λειτουργία που φέρει το όνομά του, η οποία τελείται στις εκκλησίες μας δέκα φορές το χρόνο, ενώ τον υπόλοιπο καιρό τελείται η θεία λειτουργία του αγίου Ιωάννη του Χρυσοστόμου, που γράφτηκε μερικά χρόνια αργότερα.
Οι Έλληνες έχουμε παράδοση ότι τη νύχτα πριν την πρωτοχρονιά ο άγιος Βασίλειος έρχεται πεζοπόρος από την Καισάρεια, με μαύρα γένια και φτωχικά ράσα, και δίνει την ευλογία του στα νοικοκυριά (σε ανθρώπους και ζώα). Η αγιοβασιλόπιτα, ως γνωστόν, φτιάχνεται προς τιμήν του και δεν είναι «πρωτοχρονιάτικη πίτα», όπως κακώς λέμε μερικές φορές, γιατί η Εκκλησία έχει πρωτοχρονιά 1 Σεπτ.
Η παράδοση για τον άη Βασίλη μπερδεύτηκε εδώ και χρόνια με την αντίστοιχη δυτικοευρωπαϊκή παράδοση ότι ο άγιος Νικόλαος έρχεται και φέρνει δώρα τη νύχτα της παραμονής των Χριστουγέννων. Έτσι, τον άγιο με τα άσπρα γένια (Santa Claus = άγιος Νικόλαος) στην Ελλάδα τον μετονομάσαμε «άη Βασίλη».
Βέβαια η αληθινή χριστιανική παράδοση των δυτικοευρωπαίων χριστιανών για τον άγιο Νικόλαο τον παρουσιάζει ως αληθινό άγιο, όπως και ήταν, και δεν έχει καμία σχέση με το γέρο που «ζει στο Βόρειο Πόλο μαζί με ξωτικά, έχει σύζυγο και ταξιδεύει με τάρανδους που τραβούν έλκηθρο», όπως έχει καταντήσει για εμπορικούς λόγους στην εποχή μας.

Στις 2 Ιανουαρίου, μεταξύ άλλων αγίων, γιορτάζουν ο άγιος Σεραφείμ του Σάρωφ, ο μεγάλος και αγαπημένος Ρώσος άγιος, και ο άγιος Μάρκος ο Κωφός.

Ο άγιος Μάρκος ο Κωφός είναι ένας άγιος μοναχός της βυζαντινής εποχής, για τον οποίο γράφτηκε: «Άγιος εις στην ζωήν, φωτισμένος εις το πνεύμα, γλυκύτατος στην πίστη και στην αγάπη. Έλαμψε μέσα του ο πραγματικός ήλιος, μπροστά στον οποίον αφανίστηκαν οι πυγολαμπίδες της κοσμικής γνώσεως και σοφίας» (απόσπασμα από το βιογραφικό του στην εξαιρετική ιστοσελίδα των Ορθοδόξων Κωφών και Βαρηκόων Θεσσαλονίκης, που είναι αφιερωμένη σε αυτόν: http://www.agiosmarkoskofos.gr/en/)

Είναι αναγνωρισμένος ως προστάτης άγιος των κωφών και βαρηκόων αδελφών μας – στους οποίους, αλλά και σε όλους μας, προσφέρει ένα σπουδαίο παράδειγμα πνευματικής τελειότητας – και η τιμή του έχει διαδοθεί αρκετά στη χώρα μας τα τελευταία χρόνια.

Στην ιδιαίτερη πατρίδα μου, το Ρέθυμνο, ο Σύλλογος Κωφών και Βαρηκόων Ρεθύμνου «Το Αρκάδι» έχει οικοδομήσει όμορφο παρεκκλήσι του μέσα στην Ιερά Μονή Αρσανίου Ρεθύμνου, όπου κάθε χρόνο στις 2 Ιανουαρίου τελείται η θεία λειτουργία (με ταυτόχρονη μετάφραση στη νοηματική γλώσσα και με τη συμμετοχή πλήθους κόσμου, όχι μόνο κωφών) και στη συνέχεια ο Σύλλογος πραγματοποιεί την κοπή της αγιοβασιλόπιτας.

Στον ίδιο ναό, την ίδια μέρα, εορτάζεται και ο άγιος Σεραφείμ του Σάρωφ. Είναι ένας μεγάλος ασκητής, φωτεινός διδάσκαλος και προστάτης του ορθόδοξου ρωσικού λαού, που έζησε το 19ο αιώνα, μόνασε στην περίφημη μονή του Σάρωφ και στη συνέχεια ασκήτεψε στο πυκνό δάσος, συντροφιά με τα άγρια θηρία και ζώντας μέσα στο φως του Χριστού, σε κατάσταση ασταμάτητης νοεράς προσευχής. Οι διδασκαλίες και οι συμβουλές του άλλαξαν τη ζωή πολλών ανθρώπων, όχι μόνο στην εποχή του, αλλά και σήμερα, αφού έχουν κυκλοφορήσει σπουδαία βιβλία με τη ζωή του, κάποια από τα οποία έχουν μεταφραστεί και στα ελληνικά, με αποτέλεσμα ο άγιος να αγαπηθεί πάρα πολύ και από τον ελληνικό λαό.


Στις 3 του Γενάρη, μεταξύ άλλων, γιορτάζει η αγία Θωμαΐς από τη Λέσβο, μιας γυναίκας πάρα πολύ πιστής και γεμάτης αγάπη, που ξυλοκοπήθηκε από τον βάρβαρο σύζυγό της μέχρι θανάτου και τιμάται από την Εκκλησία ως μάρτυρας! Η εορτή της μας δίνει ένα έντονο μήνυμα ενάντια στην ενδοοικογενειακή βία, αλλά και αποδεικνύει πόσο μικρά και ασήμαντα είναι τις περισσότερες φορές τα προβλήματα της συζυγικής ζωής που αντιμετωπίζουμε εμείς, για τα οποία συχνά με επιπολαιότητα διαλύουμε το γάμο μας.

Την ίδια μέρα είναι και η μνήμη του μεγάλου μας συγγραφέα Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη († 1911), που δεν τιμάται ως άγιος της Εκκλησίας μας, αλλά είναι ένας από τους αληθινούς πνευματικούς φάρους του λαού μας, όχι μόνο μεγάλος λογοτέχνης αλλά και πιστός ορθόδοξος χριστιανός, ψάλτης, ταπεινός, ασκητικός και αφιλοχρήματος.
Στις 4 του Γενάρη, μεταξύ άλλων, εορτάζουμε τη σύναξη των αγίων 70 αποστόλων του Χριστού (δηλ. του ευρύτερου κύκλου των μαθητών Του, πέρα από τους 12), αλλά και τη μνήμη του σύγχρονου αγίου Νικηφόρου του Λεπρού, που άφησε την τελευταία του πνοή στο Νοσοκομείο Λοιμωδών, στο Αιγάλεω, στις 4 Ιανουαρίου 1964, αφού σήκωσε για δεκαετίες το σταυρό της υπομονής και της αγάπης δίνοντας στοργή και προστασία στους άλλους ασθενείς, που τον αντιμετώπιζαν σαν πνευματικό τους πατέρα.

Ο άγιος, με καταγωγή από το Σηρικάρι Κισσάμου, σε ηλικία δεκαέξη ετών, ήδη άρρωστος, κατέφυγε στην Αλεξάνδρεια για να αποφύγει τον εγκλεισμό στο χωριό των λεπρών της Σπιναλόγγας, και από κει, το 1914, όταν η αρρώστια του είχε προχωρήσει, ήρθε στο Λεπροκομείο της Χίου κάτω από την προστασία του αγίου Άνθιμου Βαγιάνη, αναμορφωτή και πνευματικού πατέρα του Ιδρύματος με σπουδαίο ποιμαντικό και φιλανθρωπικό έργο. Εκεί έγινε μοναχός και έζησε με παροιμιώδη υπομονή και αγάπη ώς το 1957, που έκλεισε το Λεπροκομείο της Χίου και οι ασθενείς που είχαν απομείνει μεταφέρθηκαν στην Αθήνα, στο Νοσοκομείο Λοιμωδών.

Στην Αθήνα συγκίνησε βαθιά όχι μόνο τον εφημέριο του νοσοκομείου π. Ευμένιο Σαριδάκη (έναν άγιο ιερομόναχο από την Ιερά Μονή Κουδουμά, ο οποίος είχε ασθενήσει από λέπρα, στη συνέχεια θεραπεύθηκε, αλλά παρέμεινε στο νοσοκομείο για να συμπαραστέκεται στους ανθρώπους), αλλά και τους ασθενείς και τους επισκέπτες του νοσοκομείου, που έβρισκαν στο παραμορφωμένο από την ασθένεια πρόσωπό του ένα φωτεινό παρηγορητή και ένα διορατικό καθοδηγητή.

Για τον άγιο Νικηφόρο, τα λείψανα του οποίου ευωδίασαν κατά την εκταφή του και ευωδιάζουν ακόμη και σήμερα, καταγράφονται εμφανίσεις και θαύματά του μετά την κοίμησή του, ενώ το Οικουμενικό Πατριαρχείο τον αναγνώρισε και επίσημα ως άγιο το 2012.

Στις 5 Ιανουαρίου, παραμονή των Φώτων (που έχουμε την πρώτη μέρα νηστείας μετά τα Χριστούγεννα), γιορτάζει μεταξύ άλλων και η αγία Συγκλητική, η πρώτη μεγάλη χριστιανή ερημίτισσα, στην Αίγυπτο τον 4ο αιώνα μ.Χ., που το παράδειγμά της ακολούθησαν χιλιάδες άλλες και έγινε με αγία μητέρα των γυναικών της ερήμου (όπως έχει γραφτεί, «η αγία Συγκλητική είναι για τις γυναίκες ό,τι είναι ο Μέγας Αντώνιος για τους άνδρες», δηλ. η πρώτη που δίδαξε την ερημιτική ζωή).

 Οι Άγιοι των μέσων του Γενάρη

 Θα προσπεράσουμε μερικές μέρες (αν και κάθε μέρα, όπως είπαμε, συναντούμε αγίους με συγκλονιστικό βίο και σπουδαία μηνύματα) και θα μεταφερθούμε στα μέσα Ιανουαρίου, για να δούμε ακόμη μερικούς αγαπημένους στον ορθόδοξο λαό μας αγίους, παλαιούς και νεώτερους.

Στις 17 Ιανουαρίου η Εκκλησία μας γιορτάζει, μεταξύ άλλων, τον άγιο Αντώνιο το Μέγα, τον Καθηγητή της Ερήμου, και τον άγιο νεομάρτυρα Γεώργιο των Ιωαννίνων.

Ο Μέγας Αντώνιος έζησε στην Αίγυπτο τα έτη 251-356 μ.Χ. Σε νεαρή ηλικία άκουσε στο ευαγγέλιο, κατά τη θεία λειτουργία, την προτροπή του Ιησού Χριστού προς έναν πλούσιο νέο: «Αν θέλεις να είσαι τέλειος, πούλησε τα υπάρχοντά σου και μοίρασέ τα στους φτωχούς – και θα έχεις θησαυρό στον ουρανό – και ακολούθησέ» (κατά Ματθαίον, κεφ. 19, στίχ. 21). Ο νέος του ευαγγελίου δεν τόλμησε να το κάνει αυτό, και ο Κύριος τότε είχε πει την περίφημη φράση «ευκολότερα περνάει μια καμήλα από την τρύπα μιας βελόνας, παρά πλούσιος στη βασιλεία των ουρανών» (καμήλα εννοεί, μάλλον, σχοινί από τρίχες καμήλας, που κατασκεύασαν τότε στην περιοχή εκείνη). Όμως ο νεαρός Αντώνιος τόλμησε. Μοίρασε τα υπάρχοντά του και έγινε ο πρώτος γνωστός χριστιανός αναχωρητής, δηλαδή ερημίτης, που έφυγε να ζήσει στην έρημο.

Αντιμετώπισε πολλές βίαιες επιθέσεις των δαιμόνων, από τις οποίες κινδύνευσε και η ζωή του, και τους νίκησε μετά από σκληρό αγώνα υπομονής, προσευχής και νηστείας με τη βοήθεια του Χριστού. Με τα χρόνια, χωρίς να το επιδιώκει, αναδείχθηκε σε διάσημο πνευματικό διδάσκαλο και χιλιάδες άνθρωποι έρχονταν να τον συμβουλευτούν. Αρχικά έφευγε πιο βαθιά στην έρημο, γιατί δεν πίστευε ότι είναι άγιος και διδάσκαλος του λαού. Κάποια στιγμή όπως δεν μπορούσε πια να αποφύγει τους ανθρώπους που επιθυμούσαν να ζήσουν κοντά του. Έτσι, η έρημος κατοικήθηκε από αμέτρητους ερημίτες, που δημιούργησαν ολόκληρες κοινότητες με σπηλιές και καλύβες και μπήκαν τα θεμέλια του ορθόδοξου μοναχισμού. Γι’ αυτό, ο άγιος χαρακτηρίστηκε «Καθηγητής της ερήμου».

Πολλοί από τους μαθητές του Μ. Αντωνίου και τους ερημίτες της επόμενης γενιάς είναι επίσης μεγάλοι άγιοι, όπως ο άγιος Μακάριος ο Αιγύπτιος, που γιορτάζει 19 Ιανουαρίου. Η ζωή και η διδασκαλία τους καταγράφεται σε αρκετά βιβλία της βυζαντινής εποχής, από τα οποία έχει συνταχθεί στις μέρες μας μια σπουδαία συλλογή με τίτλο «Γεροντικό». Εκεί ο άνθρωπος μπορεί να ανακαλύψει ασύγκριτα διδάγματα σοφίας, αγάπης, αυταπάρνησης και κάθε είδους αρετής για να διαμορφώσει, κατά δύναμιν, το δρόμο της ζωής του.

Περίπου την ίδια εποχή με το Μ. Αντώνιο, πάλι στην έρημο της Αιγύπτου, αλλά σε άλλη περιοχή, ο άγιος Παχώμιος ο Μέγας ίδρυσε το πρώτο μοναστήρι. Έτσι γεννήθηκε ο οργανωμένος ορθόδοξος μοναχισμός, το «πανεπιστήμιο της αγιότητας».

 

 

Ο άγιος Γεώργιος Ιωαννίνων γεννήθηκε το 1808 σε χωριό των Γρεβενών που σήμερα έχει το όνομά του (Άγιος Γεώργιος) και κρεμάστηκε από τους Τούρκους στα Γιάννενα στις 17 Ιανουαρίου 1838, σε ηλικία 30 ετών. Παιδί φτωχών αγροτών, σε ηλικία 12 ετών ο άγιος απήχθη από Τουρκαλβανούς και οδηγήθηκε στα Ιωάννινα, όπως όμως προσελήφθη ως ιπποκόμος από έναν έντιμο Τούρκο αξιωματικό, ονόματι Αμπτουλλάχ, κοντά τον οποίο εργάστηκε περίπου 8 χρόνια.

Αν και μεγάλωσε ανάμεσα σε Τούρκους, ο άγιος διαφύλαξε τη χριστιανική πίστη του. Συκοφαντήθηκε όμως δύο φορές ότι ήταν μουσουλμάνος και μεταστράφηκε στο χριστιανισμό (πράγμα που, κατά το μουσουλμανικό θρησκευτικό νόμο, σημαίνει θάνατο): πρώτη φορά την ημέρα που αρραβωνιάστηκε, σε ηλικία 28 ετών, και δεύτερη φορά λίγες μέρες αφότου βάφτισε το παιδί του, ανήμερα της εορτής του Τιμίου Προδρόμου, 7 Ιανουαρίου 1838.

Με αυτή τη δεύτερη σύλληψή του ο άγιος υποβλήθηκε σε φρικτά βασανιστήρια στις φυλακές των Ιωαννίνων, όπου δεν έπαυε να διακηρύσσει ότι πάντα ήταν χριστιανός, και τελικά απαγχονίστηκε. Μπροστά στην αγχόνη, όπου οι δήμιοι τον ρωτούσαν «τι είσαι;», ζήτησε να του λύσουν τα χέρια, έκανε το σταυρό του και απάντησε: «Χριστιανός είμαι και Χριστιανός θα πεθάνω, προσκυνώ τον Χριστόν μου και την Δέσποινά μου Θεοτόκον». Και απευθυνόμενος στους Χριστιανούς που βρίσκονταν εκεί τους είπε: «Συγχωρέσατέ μοι, αδελφοί, και ο Θεός συγχωρέσει σας».

Μετά το θάνατό του σειρά θαυμάτων πλημμύρισε την πόλη, μέσα στα οποία και η θεραπεία μιας άρρωστης Τουρκάλας, στην οποία μια φίλη της έφερε το ένα παπούτσι του αγίου, που το αφαίρεσε από το σώμα του, το οποίο οι Τούρκοι είχαν αφήσει κρεμασμένος για τρεις ημέρες. Γι’ αυτό, σε εικόνα του, που αγιογραφήθηκε το 1842, ο άγιος εικονίζεται με ένα παπούτσι.

Ο άγιος Γεώργιος Ιωαννίνων είναι ο πρώτος γνωστός άγιος που αγιογραφήθηκε (δηλ. ζωγραφίστηκε) με την παραδοσιακή ελληνική φορεσιά της ιδιαίτερης πατρίδας του (φουστανέλα). Η πρώτη εικόνα του αγιογραφήθηκε μόλις 13 μέρες μετά το μαρτύριό του. Ιδιαίτερα ζωντανή είναι η μνήμη του στις σλαβικές χώρες, όπως μαρτυρούν οι πολλές αγιογραφίες σε εκκλησίες της Ρουμανίας, της Βουλγαρίας και των Σκοπίων. Επίσης, είναι ο προστάτης άγιος της Προεδρικής Φρουράς (πηγές των παραπάνω είναι τα βιογραφικά σημειώματα του αγίου που δημοσιεύονται στο Διαδίκτυο, όπου και πολλές συγκλονιστικές λεπτομέρειες για τη ζωή του και την αναγνώριση της αγιότητάς του, ένα μόλις χρόνο μετά το μαρτύριό του).

 Ο σημαντικότερος βιογράφος του αγίου Αντωνίου είναι ο άγιος Αθανάσιος ο Μέγας, αρχιεπίσκοπος Αλεξανδρείας της Αιγύπτου, που κατέφυγε στην έρημο σε κάποια από τις πολλές εξορίες που υπέστη από βυζαντινούς αυτοκράτορες για την πνευματική δράση του. Έτσι, αν και ο άγιος Αθανάσιος γιορτάζει και στις 2 Μαΐου, ημέρα της κοίμησής του, η Εκκλησία τον τιμά και στις 18 Ιανουαρίου, μία μέρα μετά τον Μ. Αντώνιο.

Ο Μ. Αθανάσιος είναι ένας από τους μεγάλους διδασκάλους της Ορθόδοξης Εκκλησίας, ο πνευματικός βράχος που αντιμετώπισε όχι μόνο αυτοκράτορες, αλλά ακόμη και διεφθαρμένες εκκλησιαστικές ομάδες, που προσπαθούσαν να επιβάλουν την αίρεση του αρειανισμού, δηλ. τη διδασκαλία του ιερέα Άρειου, σύμφωνα με την οποία ο Ιησούς Χριστός δεν είναι Θεός, αλλά δημιούργημα του Θεού, όπως οι άγγελοι.

Η Εκκλησία αντιμετώπισε αυτή την αίρεση στην 1η και τη 2η Οικουμενική Σύνοδο (δηλ. αντιπροσωπευτικά συμβούλια επισκόπων από όλη την οικουμένη, όλο τον κόσμο), που έγιναν το 325 μ.Χ. και το 380 μ.Χ. Αυτές οι δύο Σύνοδοι έγραψαν το «Πιστεύω» (το Σύμβολο της Πίστεως), το οποίο διατυπώνει επίσημα και καθαρά τη διδασκαλία της Εκκλησίας για την Αγία Τριάδα, την οποία πίστευαν και οι πρώτοι χριστιανοί, αλλά μέχρι την εποχή του Αρείου δεν είχε προκύψει ανάγκη να διατυπωθεί επίσημα.

Στην 1η Οικουμενική Σύνοδο ο Μ. Αθανάσιος είχε ενεργό συμμετοχή. Αλλά τις δεκαετίες που ακολούθησαν μετά τη Σύνοδο, το βάρος του αγώνα των ορθοδόξων ενάντια στους αρειανούς (που είχαν μεγάλη πολιτική δύναμη, γιατί υποστηρίχθηκαν από δύο αυτοκράτορες, τον Κωνστάντιο – γιο του αγίου Κωνσταντίνου – και τον Ουάλη) το κράτησε ο άγιος Αθανάσιος, με ομιλίες, επιστολές και βιβλία που έμειναν στην ιστορία. Γι’ αυτό εξορίστηκε πέντε φορές, ενώ έγιναν και απόπειρες δολοφονίας εναντίον του.

Την ίδια μέρα, 18 Ιανουαρίου, μαζί με το Μ. Αθανάσιο, γιορτάζει άλλος ένας μεγάλος Πατέρας της Εκκλησίας και αρχιεπίσκοπος Αλεξανδρείας, ο άγιος Κύριλλος. Ως αρχιεπίσκοπος Αλεξανδρείας, ο άγιος Κύριλλος ήταν στην αρχή αυστηρός και σκληρός, γι’ αυτό και ο συγγενής του ερημίτης άγιος Ισίδωρος ο Πηλουσιώτης του έστελνε επιστολές με τις οποίες προσπαθούσε να τον συνετίσει. Περνώντας τα χρόνια όμως ο άγιος ωρίμασε και έγινε πολύ πιο μετριοπαθής, στάση που καταδικάστηκε από φανατικούς της εποχής του, λόγω της συμπεριφοράς του στην 3ηη Οικουμενική Σύνοδο, που αντιμετώπισε την αίρεση του νεστοριανισμού.

Ο πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Νεστόριος δίδασκε ότι ο Ιησούς Χριστός ήταν κοινός άνθρωπος, μέσα στον οποίο είχε μπει το πνεύμα του Υιού του Θεού, και όχι ότι ήταν ο ίδιος ο Υιός του Θεού που έγινε άνθρωπος. Αν είχε δίκιο, αυτό θα σήμαινε ότι ο Θεός δεν ενώθηκε με τους ανθρώπους, ούτε σταυρώθηκε για τη σωτηρία τους, άρα συνεπώς δεν μπορεί ο άνθρωπος να ενωθεί με το Θεό και να γίνει άγιος, όπως δέχεται η Ορθόδοξη Εκκλησία μας.

Ο άγιος Κύριλλος προσπάθησε να συνετίσει το Νεστόριο στέλνοντάς του επιστολές και στη συνέχεια μερίμνησε για τη διοργάνωση της 3ης Οικουμενικής Συνόδου (431 μ.Χ.), μέσα σε εχθρικό κλίμα και στρατιωτικές απειλές, γιατί ο αυτοκράτορας Θεοδόσιος Β΄ ήταν φίλος του Νεστόριου. Επειδή ο άγιος Κύριλλος (παρότι με όσα είπε και έγραψε εξήγησε με τον καλύτερο τρόπο την αλήθεια του χριστιανισμού για τον Ιησού Χριστό και τη Θεοτόκο) συμπεριφέρθηκε φιλικά προς τους υποστηρικτές του Νεστορίου επισκόπους της Συρίας και απέφυγε να οδηγήσει τα πράγματα στα άκρα, κάποιοι φανατικοί «υπερασπιστές» της Ορθοδοξίας, για να καταρρίψουν το νεστοριανισμό, κατέφυγαν στη δημιουργία μιας άλλης αίρεσης, αντίθετης με το νεστοριανισμό, του μονοφυσιτισμού (που δίδασκε ότι ο Χριστός είναι Θεός, αλλά όχι άνθρωπος).

Στην εποχή μας ο άγιος Κύριλλος συκοφαντείται από κάποιους ότι προκάλεσε τη δολοφονία της φιλοσόφου Υπατίας στην Αλεξάνδρεια, τα πρώτα χρόνια που ήταν αρχιεπίσκοπος. Η κατηγορία αυτή, όπως αποδεικνύεται από τις ιστορικές πηγές, δεν ευσταθεί. Η Υπατία (που δολοφονήθηκε επειδή ήταν φίλη του κυβερνήτη της περιοχής, που ήταν εχθρός του αγίου Κυρίλλου, και εκείνη θεωρήθηκε υπαίτιος της παρατασης της διαμάχης τους) κομματιάστηκε κυριολεκτικά από φανατικούς χριστιανούς, που ενήργησαν φυσικά με τρόπο άθλιο και απαράδεκτο. Όμως δεν υπάρχει κανένα ιστορικό τεκμήριο ότι ο άγιος Κύριλλος μεθόδευσε το θάνατό της ή έστω και ότι γνώριζε τι επρόκειτο να συμβεί.

Να αναφέρουμε τέλος ότι ο άγιος Κύριλλος αγιογραφείται πάντα να φέρει ως κάλυμμα της κεφαλής του ένα κομμάτι από τα άμφια (δηλ. την ιερατική στολή) του αγίου Ιωάννη του Χρυσοστόμου. Όπως καταγράφει ο κορυφαίος Έλληνας διδάσκαλος της αγιογραφίας Φώτης Κόντογλου, όταν ήταν νέος αρχιεπίσκοπος ο άγιος Κύριλλος, επηρεασμένος από τον θείο του, το Θεόφιλο, που ήταν ο προηγούμενος αρχιεπίσκοπος, άνθρωπος διεφθαρμένος και εχθρός του Χρυσοστόμου, νόμιζε κι εκείνος ότι ο Χρυσόστομος ήταν αιρετικός. Έκαψε λοιπόν ένα βιβλίο του. Τότε όμως άρχισε να υποφέρει από φρικτούς πονοκεφάλους και, μια νύχτα, είδε τον άγ. Ιωάννη το Χρυσόστομο στο όνειρό του. Τον άρπαξε από τα άμφια ζητώντας του να τον θεραπεύσει και το κομμάτι της στολής του σχίστηκε. Ο άγιος Κύριλλος ξύπνησε και είχε στο χέρι του το κομμάτι από τη σχισμένη στολή. Αυτό το έκανε κάλυμμα της κεφαλής του μετανοώντας για το σφάλμα του και το κεφάλι του θεραπεύτηκε. Η ορθόδοξη αγιογραφία τον εικονίζει πάντα με αυτό το κάλυμμα – δηλαδή τον παρουσιάζει με την ένδειξη της μετάνοιάς του, σαν αιωνίως μετανοούντα (βλ. Φ. Κόντογλου, Έκφρασις της Ορθοδόξου Εικονογραφίας, Αστήρ, 31993, σελ. 133 και 136). 

Για τον άγιο Μακάριο τον Αιγύπτιο, που προαναφέραμε (19 Ιανουαρίου), ένα κορυφαίο διδάσκαλο του χριστιανικού αγώνα, που έζησε τον 4ο αι. μ.Χ. στην αιγυπτιακή έρημο, αξίζει να αναφέρουμε δύο από τα πολλά περιστατικά και αποφθέγματά που έχουν καταγραφεί:

Όταν ήταν ακόμη νέος ασκητής και μόναζε κοντά σε μια πόλη, συκοφαντήθηκε από μια κοπέλα, που είχε μείνει έγκυος από κάποιον κρυφό εραστή, ότι το παιδί ήταν δικό του. Εκείνος το δέχτηκε, υπέμεινε κάθε είδους προσβολές από τον πληθυσμό εκείνου του τόπου και άρχισε να δουλεύει διπλάσια, για να συντηρήσει και τη γυναίκα με το παιδί της. Και, όταν αργότερα έμαθε ότι αποκαλύφθηκε η συκοφαντία, έφυγε κρυφά για να μη φέρει τους ανθρώπους στη δύσκολη θέση να του ζητήσουν συγχώρεση και να μη βρεθεί κι ο ίδιος στη δυσάρεστη θέση να τον αντιμετωπίσουν ως άγιο!...

Το δεύτερο είναι το όραμα του αγίου, που είναι γραμμένο στο Γεροντικό και μας δίνει, τρόπον τινά, ένα αποκαλυπτικό στιγμιότυπο από την κόλαση! Ο άγιος Μακάριος, βαδίζοντας στην έρημο, ξέθαψε κατά λάθος με το ραβδί του ένα κρανίο. Έσκυψε λοιπόν, το έθαψε με σεβασμό και προσευχήθηκε για τον άνθρωπο, στον οποίο ανήκε. Τότε του εμφανίστηκε η ψυχή και τον πληροφόρησε ότι, όταν ζούσε, ήταν λάτρης των δαιμόνων (ιερέας της Ίσιδος) και τώρα βρισκόταν στην κόλαση. «Και πώς είναι εκεί;» ρώτησε ο άγιος. «Τα πάντα βρίσκονται μέσα στη φωτιά» απάντησε η ψυχή. «Κι εμείς είμαστε πλάτη με πλάτη. Όμως, όταν εσύ προσεύχεσαι για μας, βλέπουμε λίγο ο ένας τον άλλο, όση ώρα διαρκεί η προσευχή».

Ξέρουμε από τους αγίους χριστιανούς διδασκάλους ότι η φωτιά, που ανέφερε η ψυχή, είναι το Φως του Θεού, στο οποίο λούζονται τα πάντα στον άλλο κόσμο. Η αίσθηση που βιώνουν από αυτό το Φως εκείνοι που το βλέπουν μέσα από την παραμόρφωση του εγωισμού είναι αυτό που περιγράφεται ως «πυρ της κολάσεως». Ωστόσο, αυτή η τοποθέτηση «πλάτη με πλάτη» έχει ερμηνευθεί ως η ουσία της αμαρτίας και των συνεπειών της (της κόλασης), η αυτοαπομόνωση, η απουσία σχέσεων αγάπης, που δυναμιτίζει την εντολή του Χριστού για αγάπη στο Θεό και το συνάνθρωπο (Ματθ. 22, 35-40).

 Τρία ακόμη πρόσωπα

 Στις 18 Ιανουαρίου 1861 κοιμήθηκε ένας άνθρωπος, που δεν είναι αναγνωρισμένος επίσημα ως άγιος, αλλά μεγάλη μερίδα του ορθόδοξου λαού μας τον αγαπά και τον τιμά: ο ιεροκήρυκας Χριστοφόρος ο Παππουλάκος.

Δημοσιεύουμε σύντομο βιογραφικό του από εδώ: http://o-nekros.blogspot.gr/2012/01/blog-post_18.html.

Ήταν ένας απλός άνθρωπος, «ερωτευμένος» με το Χριστό, που παράτησε τα πάντα και ασκήτεψε. Κάποια στιγμή άρχισε να γυρίζει τα χωριά και να μιλάει για το Χριστό και την αγάπη στους ανθρώπους, που είχαν μεσάνυχτα για την ίδια τη δική τους πνευματική κληρονομιά. Τα λόγια του στάζανε μέλι (κατά τη διάρκεια ομιλιών του, ληστές έφεραν πίσω τα κλεμμένα, ορκισμένοι εχθροί έδωσαν τα χέρια κ.τ.λ.) και ο λαός τον σεβάστηκε και τον αγάπησε.

Μετά όμως πληροφορήθηκε πως ο βασιλιάς Όθων και οι Βαυαροί που κυβερνούσαν τη χώρα (η οποία πριν λίγες μόλις δεκαετίες είχε φύγει από τη μακραίωνη τουρκική σκλαβιά) περιφρονούσαν αυτή την πνευματική κληρονομιά – όντας ξένοι και αλλόθρησκοι – και προσπαθούσαν να την υποβαθμίσουν (ακόμα και με τη βία, π.χ. κλείνοντας μοναστήρια, επιβάλλοντας σε μοναχούς και μοναχές να βγάλουν τα ράσα, πετώντας ιερά κειμήλια στα σκουπίδια) και να την αντικαταστήσουν με έναν ξενόφερτο πολιτισμό, με ξενόφερτες κοσμοθεωρίες και μοντέρνο, εκσυγχρονισμένο, τρόπο ζωής, όχι πλέον παραδοσιακό και «υπανάπτυκτο»... Και τότε πόνεσε και θύμωσε πάρα πολύ κι άρχισε να τους ασκεί σκληρή κριτική.

Οι άρχοντες του τόπου φοβήθηκαν αυτό τον αγράμματο ασκητικό καλόγερο, γιατί έβλεπαν πως ο λαός τον ακούει (όπως φοβήθηκε ο Ηρώδης τον άγιο Γιάννη τον Πρόδρομο, και δεν καταλάβαινε πως ο Πρόδρομος ήταν ο μοναδικός του φίλος, τον οποίο σκότωσε). Επιστράτευσαν λοιπόν τους τότε ηγέτες της Εκκλησίας της Ελλάδας, που ήταν δικοί τους άνθρωποι, κι εκείνοι τον κάλεσαν (πήγε ολόκληρος στρατός να τον πιάσει, γιατί τον ακολουθούσαν χιλιάδες λαού), τον πέρασαν από εκκλησιαστικό δικαστήριο, τον καταδίκασαν και τον φυλάκισαν στο κελί ενός μοναστηριού, στο νησί της Άνδρου, φρουρούμενο, για όλη την υπόλοιπη επίγεια ζωή του.

Το όνομά του: Χριστόφορος Παναγιωτόπουλος, Χριστοφόρος μοναχός ή, όπως έμεινε στην Ιστορία, Παππουλάκος.

Ο Παππουλάκος είναι ακόμη και σήμερα (ενάμισι αιώνα μετά) σημείο αντιλεγόμενο. Οι πιο «ευρωπαϊστές» Νεοέλληνες (είτε άθεοι, είτε χριστιανοί), τον θεωρούν ανόητο φανατικό, εχθρό της προόδου, αφού έλεγε στον κόσμο πως «τα άθεα γράμματα» (οι νεοφερμένες στον ελλαδικό χώρο ευρωπαϊκές επιστήμες, που συνοδεύονταν από μια ενθουσιώδη αθεϊστική φιλοσοφία) «θα καταστρέψουν τον τόπο μας». Οι παραδοσιακοί τον θεωρούν άγιο, όπως τον θεώρησε τον παλιό καιρό μεγάλη μερίδα του ορθόδοξου ελληνικού λαού, του λαού μας.

Τα τελευταία χρόνια εκφράστηκε δημόσια μια πρόταση για την επίσημη αγιοκατάταξή του. Σ’ αυτή την πρόταση απάντησαν κάποιοι με κραυγές ή χλευασμό. 

Αν η Εκκλησία αγιοκατατάξει (κατατάξει επίσημα ανάμεσα στους αγίους) τον Παππουλάκο, θα γίνει καινούργιος σάλος: θα έχει «αποδείξει» για μια ακόμα φορά πως είναι «φορέας σκοταδισμού, εχθρός της προόδου και του φωτός» (φωτός που φυσικά έρχεται από τη δύση και δεν έχει σχέση με κάποιο «θείο Φως» αλλά μόνο με το φως των επιστημών, που μας βοηθάνε να ζούμε όμορφα).

Η άλλη άποψη είναι πως η Εκκλησία πρέπει να αγιοκατατάξει τον Παππουλάκο, όχι μόνο επειδή είναι στ' αλήθεια άγιος (άρα του αξίζει αυτή η τιμή), αλλά και γιατί αυτό θα ήταν μια σωστή και σοβαρή πράξη αντίστασης στην απόλυτη διάλυση της κοινωνίας μας – διάλυση, παρακμή, πόνο, παράνοια, που είναι 100% συνέπειες της παγκόσμιας νίκης αυτού του «εκσυγχρονισμού», ενάντια στον οποίο κήρυττε ο Παππουλάκος. Διότι αυτός ο «εκσυγχρονισμός» δεν ήταν τελικά τίποτ' άλλο από μια παγίδα: έκρυβε τον καταναλωτισμό, την απομόνωση, τον καπιταλισμό, τον ιμπεριαλισμό, την παγκοσμιοποίηση, την εκμετάλλευση των λαών, πρώτου και τρίτου κόσμου! Όλα τα άλλα είναι απλά δολώματα.

Ήδη άργησε η Εκκλησία να τον αγιοκατατάξει, λέει αυτή η άποψη, αλλά έστω και τώρα, στο παρά 5, είναι καιρός. Αντίσταση χρειαζόμαστε ενάντια στους καινούργιους κατακτητές (που είναι οι ίδιοι οι παλιοί, αλλά τώρα πέταξαν τις γλυκές μάσκες). Και ο Παππουλάκος ήταν μια προφητική φωνή αντίστασης. Είναι άγιος, είναι ένας εξαιρετικά επίκαιρος πνευματικός αγωνιστής, και πρέπει να τον τιμήσουμε όπως αξίζει.

 Στις 27 Ιανουαρίου 1989 σκοτώθηκε σε τροχαίο δυστύχημα ο μεγάλος ιεραπόστολος του Ζαΐρ (σημερινού Κονγκό) ιερομόναχος π. Κοσμάς Γρηγοριάτης.

Σύντομο βιογραφικό του, από την ιστοσελίδα «Πεμπτουσία»: https://www.pemptousia.gr/2016/01/ieromonachos-kosmas-grigoriatis-1942-27-ianouariou-1989/.

Γεννήθηκε στο χωριό Θεοδόσια του Κιλκίς το 1942. Μικρός ήλθε με τους γονείς του στη Θεσσαλονίκη, όπου ζούσαν πολύ φτωχικά. Δεύ­τερο σπίτι του ήταν η εκκλησία και δεύτερος πατέρας του ο εφημέριος της ενορίας του. Χαιρόταν να μελετά την Αγία Γραφή και να πηγαίνει στο κατηχητικό σχολείο. Από μικρός μπήκε στη βιοπάλη σπουδάζοντας συγχρόνως. Συνδέθηκε πνευματικά με τον μακαριστό Αυγουστίνο Καντιώτη († 2010) κι άρχισε αλληλογραφία με τον π. Χρυσόστομο Παπασαραντόπουλο († 1972), που ήταν στην Αφρική. Ο πόθος της Ιεραποστολής φούντωνε συνέχεια μέσα του. Είχε επαφές και με τον Γέροντα Φι­λόθεο Ζερβάκο († 1980) της μονής Λογγοβάρδας της Πάρου. Ήξερε τεχνικά, μηχανικά, ηλεκτρολογικά, ηλεκτρονικά, νοσηλευτικά, ναυαγο­σωστικά και οικοδομικά πράγματα. Παρακολούθησε το Φροντιστήριο Κατηχητών και μαθήματα εξωτερικής ιεραποστολής στην Αποστολική Διακονία, νοσηλευτική στον Ερυθρό Σταυρό. Πήρε ακόμη και πτυχίο κολύμβησης. Αργότερα έσωσε από βέβαιο πνιγμό ένα παιδάκι σε μία λίμνη στο Κολουέζι. Ήθελε να σπουδάσει και ιατρική, μα δεν τα κατάφερε. Πήγε όμως στο Ανώτερο Φροντιστήριο της Ριζαρείου Σχολής.

Το 1975 πρωτοπήγε στην ιεραποστολή της Αφρικής πλησίον του π. Αμφιλοχίου Τσούκου στο Κολουέζι του Ζαΐρ. Άρχισε την ανοικοδόμηση ναών μ’ ενθουσιασμό, γνώση, επιμέλεια και τόλμη, δίχως να γνωρίζει την τοπική γλώσσα, τη σουαχίλι. Ξάπλωνε με τα παπούτσια, δεν προ­λάβαινε να τα βγάλει. Κόντευε να πάθει υπερκόπωση. Κάποτε έπαθε ηλίαση και επί χρόνια τον ταλαιπωρούσαν πονοκέφαλοι. Σε 15 μήνες έκτισε 9 ναούς.

Το 1977 με τον π. Νικόδημο Μπιλάλη έκτισε τον ναό του οσίου Νικοδήμου του Αγιορείτου στις Καρυές. Τότε γνώρισε τον Γέροντα Παΐσιο, ο οποίος του είπε να μονάσει στη μονή Γρηγορίου [Αγίου Όρους], να χειροτονηθεί εκεί και μετά να πάει στην ιεραποστολή. Το επόμενο έτος εκάρη μοναχός από τον ηγούμενο π. Γεώργιο και χειροτονήθηκε από τον επίσκοπο Ροδο­στόλου Χρυσόστομο. Με τις ευχές των πατέρων και με ιερό ενθουσιασμό ξεκίνησε το μεγάλο έργο της ιεραποστολής στην Αφρική.

Στην αρχή πήγε στην Κανάγκα στον π. Χαρίτωνα Πνευματικάκη και την αδελφή Όλγα. Με τις ευλογίες του μητροπολίτη Κεντρώας Αφρικής Τιμοθέου πήγε κατόπιν στο Κολουέζι. Έλεγε στον πατέρα του: «Εμένα με έταξε ο Θεός ιεραπόστολο σ’ αυτή την περιοχή. Όπου και να πηγαίνω, θα βοηθώ όποιον συναντήσω που έχει την ανάγκη μου». Με πολλούς πειρασμούς, δυσκολίες και μεγάλα προβλήματα άρχισε ένα υπεράνθρωπο, σπουδαίο και σημαντικό Ιεραποστολικό έργο. Η ανιδιοτέλειά του και η εργατικότητά του ενέπνεε πολλούς να τον συν­δράμουν με διάφορους τρόπους. Ο π. Κοσμάς εκτός από λειτουργός, Πνευματικός και κατηχητής, έγινε πατέρας και αδελφός πολλών δυστυ­χισμένων μαύρων αδελφών μας. Έγινε φιλόστοργος ποιμένας, φιλάν­θρωπος πατέρας, δίκαιος δικαστής, χρήσιμος ιατρός, καλός οικοδόμος, τέλειος μηχανικός, ευαγγελικός ιεραπόστολος. Ζούσε για ν’ αγαπά και να προσεύχεται, να προσφέρει και να θυσιάζεται.

Σαν κάτι να προμηνυόταν τις τελευταίες του ημέρες. Είχε ένα έκτακτο ενθουσιασμό, λειτουργούσε, κήρυττε περί μετανοίας, αποχαιρετούσε. Το βράδυ της 27.1.1989 ένα αυτοκίνητο έπεσε πάνω στο δικό του κι έμεινε νεκρός. Πριν τρεις μήνες είχε πει στον Γέροντά του π. Γεώργιο: «Η ιεραποστολή δεν είναι για λίγους μήνες και όποιος θέλει να είναι ιεραπόστολος πρέπει ν’ αφήσει τα κόκαλά του στο αφρικανικό χώμα». Έτσι κι έγινε. Ο τάφος του έγινε λαϊκό προσκύνημα. Οι ιθαγενείς αφήνουν λουλούδια ευγνωμοσύνης και ευχαριστίας. Σε μία δεκαετία βάπτισε 15.000 Αφρικανούς.

Έλεγε ο μακαριστός ιεραπόστολος, τον οποίο εμείς λίγο γνωρί­σαμε και πολύ ζηλέψαμε: «Οι αδελφοί Αφρικανοί είναι άνθρωποι με εσωτερικότητα· οι Ευρωπαίοι συνήθως τους υποτιμούν, αλλά σφάλλουν πολύ. Η ψυχή των Αφρικανών κλίνει στον μυστικισμό και γι’ αυτό η Ορθοδοξία έχει τί να τους ειπεί και προτείνει, αλλά μόνο η αυθεντική Ορθοδοξία, εκείνη η μοναχική, αγιορείτικη. Διότι μεταξύ των αδελφών της Αφρικής μεγάλη δύναμη έχει η μαγεία, πραγματική δαιμονοκρατία. Οι μάγοι τους είναι πολύ ισχυροί και έχουν μεγάλη επιρροή, αλλά τελι­κά ο σατανάς και αυτούς τους εξολοθρεύει. Γι’ αυτό συχνά και εκείνοι προσφεύγουν στον Χριστό, τον νικητή όλων των μαγικών, δαιμονικών δεσμών και βασκανιών. Στην Αφρική είδα πόσο αληθινό είναι το Ευαγγέλιο του Χριστού».

 Θα κλείσουμε με ένα σύγχρονο μάρτυρα (που δεν είναι αναγνωρισμένος επίσημα ως άγιος), τον επίσκοπο Ναζιανζού Πάυλο ντε Μπαγεστέρ-Κονβαλιέρ (Paul de Ballester-Convallier), που δολοφονήθηκε στην Πόλη του Μεξικού τέλη Ιανουαρίου 1984.

Ο π. Παύλος, Ισπανός στην καταγωγή, ήταν νέος ρωμαιοκαθολικός μοναχός, ο οποίος μελετώντας ρωμαιοκαθολικά και ορθόδοξα πατερικά κείμενα διαπίστωσε το λάθος δρόμο, στον οποίο είχε πέσει ο Καθολικισμός από την εποχή του Μεσαίωνα, και, μετά από έντονο προβληματισμό, μεταστράφηκε στην Ορθοδοξία. Έγραψε μάλιστα ένα βιβλίο, που μεταφράστηκε και στα ελληνικά, και αφηγείται την πορεία των πνευματικών του αναζητήσεων.

Κάποια στιγμή έγινε ορθόδοξος μοναχός και ιερέας, ενώ τελικά χειροτονήθηκε επίσκοπος από το Οικουμενικό Πατριαρχείο, παίρνοντας τον τίτλο επίσκοπος Ναζιανζού (από την αρχαία πόλη της Μ. Ασίας) και τοποθετήθηκε ως ποιμένας των ορθοδόξων χριστιανών του Μεξικού. Εκεί έγινε πολύ αγαπητός, αλλά πυροβολήθηκε από έναν φανατικό στις 22 Ιανουαρίου 1984 και άφησε την τελευταία του πνοή στις 31 του ίδιου μήνα.

Περισσότερα για τη ζωή του και ολόκληρο το αυτοβιογραφικό βιβλίο του μπορείτε να διαβάσετε εδώ: http://www.oodegr.com/oode/biblia/papikos_monaxos/perieh.htm.

 

Θεόδωρος Ι. Ρηγινιώτης

Ο Θεόδωρος Ι. Ρηγινιώτης γεννήθηκε το 1971 και είναι θεολόγος στο Ρέθυμνο, έγγαμος και πατέρας μιας κόρης.

Email Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.