Ο ‘Εληνας φιλόσοφος Αριστοτέλης λέει ότι: ο άνθρωπος είναι ζώο πολιτικό, να ζει δηλαδή σε κοινωνία με τους άλλους ανθρώπους. Μέσα στην έννοια αυτή την εκκλησιολογική, βλέπει η Αγία Γραφή τον άνδρα και την γυναίκα. Σύμφωνα με τον συμβολικό μύθο στην διήγηση της Γενέσεως, ο Θεός δημιουργεί τον άνθρωπο την έκτη ημέρα, ως το τελευταίο στη σειρά των δημιουργημάτων. Γράφει συγκεκριμένα ο Μωυσής: «Και είπε ο Τριαδικός Θεός: ας δημιουργήσουμε τον άνθρωπο, σύμφωνα με την δική μας εικόνα και να έχει τη δυνατότητα να μοιάσει σε εμάς. Αυτοί, ο άνδρας και η γυναίκα, να άρχουν στους ιχθείς της θάλασσας, στα πτηνά του ουρανού, στα κτήνη όλης της γης και σε όλα όσα έρπουν πάνω στην επιφάνεια της γης. Και πράγματι ο Τριαδικός Θεός δημιούργησε τον άνθρωπο και προίκησε ο Θεός τον άνθρωπο με τα δικά του χαρακτηριστικά γνωρίσματα, το αυτεξούσιο και το λογικό, για να είναι ο άνθρωπος εικόνα του Θεού. Δημιούργησε δε τον άνθρωπο απ’ αρχής άνδρα και γυναίκα (Γεν.1,26-27). Ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός γράφει ότι: ¨Το κατ’ εικόνα¨ φανερώνει την νοερή και αυτεξούσια φύση, ενώ το ¨καθ’ ομοίωση¨ την κατά το δυνατόν ομοίωση με τον Θεό στην ¨αρετή¨. Λέγοντας νοερά φύση, ο άγιος Ιωάννης,αναφέρεται στη ψυχή. Όμως στο «κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση» μετέχει και το σώμα, αφού ο άνθρωπος δεν είναι ούτε η ψυχή από μόνη της ούτε το σώμα από μόνο του, αλλά το ¨συναμφότερο¨, σύμφωνα με τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, αλλά και όλη την Πατερική διδασκαλία.
Αν σταθούμε λίγο στο χωρίο αυτό της Γενέσεως θα παρατηρήσουμε τι θέλει να μας πει ο Μωυσής: «Και είπε ο Θεός, ας δημιούργησουμε τον άνθρωπο κατ’ εικόνα δική μας και καθ’ ομοίωση δική μας, να άρχουν δε σε όλα τα ζώα της γης». Εδώ ο Μωυσής αναφέρεται στην λέξη ¨άνθρωπο¨ σε ενικό άριθμό. Αμέσως όμως λέει ο Μωυσής: ¨Να άρχουν σε όλα τα ζώα¨. Ενώ προηγουμένως χρησιμοποίησε ενικό αριθμό ¨τον άνθρωπο¨, εν συνεχεία χρησιμοποιεί πληθυντικό αριθμό ¨να άρχουν¨. Ποιοί να άρχουν; Ο άνδρας και η γυναίκα. Συνεπώς η λέξης ¨’ανθρωπος¨ για τον Μωυσή αναφέρεται και στον άνδρα και στη γυναίκα. Η λέξη άνθρωπος στην διήγηση της Γενέσεως είναι όνομα περιληπτικό. Συμπεριλαμβάνει όλο το ανθρώπινο γένος. Άρα «κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωση» του Θεού, είναι δημιουργημένος και ο άνδρας και η γυναίκα, όπως εξηγεί αμέσως ο Μωυσής: «Και δημιούργησε ο Θεός τον άνθρωπο κατ’ εικόνα Θεού, απ’ αρχής δημιούργησε άνδρα και γυναίκα». Δηλαδή, ο Θεός δημιούργησε τον άνδρα και την γυναίκα ¨κατ’ εικόνα Θεού¨. Συνεπώς, ως προς τον σκοπό της δημιουργίας τους, και ο άνδρας και η γυναίκα, έχουν το αυτό σκοπό, την ¨καθ’ ομοίωση¨. Και οι δύο έχουν το ¨κατ’ εικόνα¨, δηλαδή το λογικό και το αυτεξούσιο, την ελευθερία, ώστε ενεργώντας αυτά κατά φύση να φθάσουν τόσο ό άνδρας όσο και η γυναίκα, στο ¨καθ’ ομοίωση¨. Γι’ αυτό στην Εκκλησία τιμώνται εξίσου ως πρότυπα οι άγιοι και οι αγίες, ως θεούμενοι άνθρωποι, ως άνθρωποι που πέτυχαν το σκοπό της δυμιουργίας, που είναι το ¨καθ’ ομοίωση¨, η θέωση.
Στο 2ο κεφάλαιο της Γενέσεως ο Μωυσής μας δίνει μια πιο αναλυτική ¨συμβολική¨ διήγηση για την δημιουργία της γυναίκας. Γράφει ο Μωυσής: «Κανένα από τα ζώα δεν βρέθηκε βοηθός όμοιος με τον Αδάμ. Τότε ο Θεός έφερε σε έκσταση τον Αδάμ, ο οποίος και κοιμήθηκε βαθύτατα. Πήρε τότε μία από τη πλευρά του Αδάμ και συνεπλήρωσε με σάρκα το κενό της πλευράς που αφαιρέθηκε. Και κατασκεύασε και μορφοποίησε την πλευρά την οποία πήρε από τον Αδάμ, σε γυναίκα, την οποία και έφερε μπροστά στον Αδάμ. Όταν δε ο Αδάμ ξύπνησε και είδε την γυναίκα είπε: ¨αυτή είναι πλέον οστούν από τα οστά μου και σάρκα από την σάρκα μου. Αυτή θα ονομαστεί γυνή (ανδρίς) γιατί έγινε από τον άνδρα αυτής. Λόγω αυτού του στενού συνδέσμου του άνδρα προς τη γυναίκα, θα αφήσει ο άνδρας τον πατέρα και την μητέρα του και θα συνδεθεί στενώτατα με τη γυναίκα του, ώστε οι δύο να γίνουν πέον μία σάρκα. Ήσαν δε και οι δύο γυμνοί και δεν ντρεπόταν ο ένας τον άλλον» (Γεν.2,20-25). Αυτή η εκπληκτική συμβολική διήγηση του Μωυσή, μας δίνει πολλές αλήθειες. Πρώτον, κανένα από τα ζώα δεν είναι όμοιο στη φύση και ως προς τον σκοπό της δημιουργίας του με τον άνθρωπο. Δεύτερον, η Θεός είναι δηνιουργός της γυναίκας, την οποία δημιουργεί ως βοηθό, όχι υπηρέτη, στον Αδάμ. Η λέξη βοηθός είναι σύνθετη λέξη, από το ουσιαστικό βοή που σημαίνει δυνατή φωνή και το ρήμα θέω που σημαίνει σπεύδω, τρέχω. Δηλαδή, σπεύδω προς αυτόν που με καλεί με δυνατή φωνή, με αγωνία. Εδώ ο Μωυσής, με τον όρο ¨βοηθός¨ θέλει να τονίσει την αναγκαιότητα της κοινωνίας έναντι της ατομικότητας.
Ο Μωυσής γράφει ότι δεν βρέθηκε όμοιος με τον Αδάμ και γι’ αυτό ο Θεός δημιουργεί την γυναίκα. Δημιουργεί κάτι όμοιο του Αδάμ. Συνεπώς ο άνδρας και η γυναίκαι είναι ομότιμοι – ισότιμοι. Σύμφωνα με την παραπάνω διήγηση, ο Θεός φτιάχνει τη γυναίκα από την πλευρά του Αδάμ. Και λέει ο ιερός Χρυσόστομος: «Γιατί γράφει ο Μωυσής, ότι ο Θεός δημυούργησε τη γυναίκα από την πλευρά του Αδάμ και όχι από άλλο σημείο του σώματος του; Γιατί, απαντά ο ιερός Χρυσόστομος, αν την έφτιαχνε από το κεφάλι θα υπερηφανευόταν η γυναίκα ότι έχει δημιουργηθεί από ανώτερο μέλος του σώματος. Αν την έφτιαχνε από τα πόδια θα έλεγε ο Αδάμ προς τη γυναίκα ότι είσαι δημουργημένη από ευτελέστερο μέρος. Γράφει λοιπόν ο Μωυσής ότι ο Θεός δημιούργησε τη γυναίκα από τη πλευρά του Αδάμ, θέλοντας να τονίσει την ισοτιμία μεταξύ ανδρός και γυναικός». Εν συνεχεία ο Μωυσής τιμά την γυναίκα λέγοντας ότι, ο άνδρας ένεκα του στενού συνδέσμου με την γυναίκα, θα εγκατελείψει τον πατέρα του και τη μητέρα του και θα προσκοληθεί στη γυναίκα του και θα γίνουν οι δύο σε σάρκα μία. Συνεπώς για τον άνδρα η γυναίκα του είναι σε πολύ υψηλότερη θέση από τον πατέρα του και τη μητέρα του. Τόσο υψηλότερη ώστε οι δύο, ο άνδρας και η γυναίκα, να αποτελέσουν μία σάρκα. Και λέει ο απ. Παύλος: «Ποτέ κανείς δεν μίσησε την δική του σάρκα, αλλά την τρέφει με πολύ ενδιαφέρον και την περιθάλπει, την φροντίζει» (Εφ.5,29). Και τέλος γράφει ο Μωυσής, ότι και οι δύο, ο άνδρας και η γυναίκα, ήσαν γυμνοί και δεν ντρεπόταν ο ένας τον άλλον. Ήσαν και οι δύο γυμνοί, δηλαδή γνώριζε πολύ καλά ο ένας τον άλλον χωρίς να μπορεί να κρύψει τίποτα ο ένας από τον άλλον. Και ούτε η γυναίκα ντρεπόταν για κάτι άσχημο ή υποτιμητικό που είχε ούτε ο άνδρας πάλι. Γιατί και οι δύο ήσαν όμοιοι, ισότιμοι.
Συνεπώς από αυτό το παραπάνω χωρίο συμπαιρένουμε ότι: Όλοι οι άνθρωποι προέρχονται από τον Αδάμ και την Εύα, που σημαίνει ότι όλοι οι άνθρωποι, όποιας φυλής, γλώσσας, θρησκείας, πολιτικού ρεύματος, δούλοι ή ελεύθεροι, άνδρες ή γυναίκες είναι ισότιμοι, γιατί όλοι είναι της αυτής φύσεως. Αυτό θέλει να μας τονίσει μ’ αυτόν τον συμβολικό μύθο που χρησιμοποιεί ο Μωυσής.
Βέβαια εν συνεχεία, μετά τη πτώση του ανθρώπου, της εξόδου από την πνευματική κατάσταση του παραδείσου, τόσο στην Παλαιά Διαθήκη όσο και στην Καινή, αναφέρονται εκφράσεις και γεγονότα που υποτιμούν τη γυναίκα έναντι του ανδρός. Αυτά συμβαίνουν όμως μέσα στη πτωτική κατάσταση του ανθρώπου, όταν το ηγεμονικό όργανο, ο νους, έχει σκοτεισθεί, αρρωστήσει λόγω της ασθένειας της αμαρτίας και μη γνωρίζοντας τους ¨λόγους των όντων¨, τα άκτιστα θελήματα του δημιουργού Θεού μέσα σε κάθε κτίσμα, συμπεριφέρεται εμπαθώς προς όλα τα κτίσματα και προς τη γυναίκα. Όταν όμως ο άνθρωπος θεραπευθεί από την ασθένεια της αμαρτίας, όταν δηλαδή ο νους επιστρέψει εντός του φυσικού του χώρου που είναι η πνευματική καρδιά, τότε ¨στη κατάσταση του φωτισμού γνωρίζει του λόγους των όντων¨ (άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής) και γνωρίζει πολύ καλά ότι δεν υπάρχει διαφορά μεταξύ των ανθρώπων και φυσικά δεν υπάρχει διαφορά μεταξύ ανδρός και γυναικός. Γράφει ο απ. Παύλος: «Αφού έχετε αποβάλλει πλέον τον παλαιό άνθρωπο, έχετε θεραπευθεί δηλαδή από την ασθένεια της αμαρτίας, και έχετε ενδυθεί τον νέον, ο οποίος συνεχώς ξανακενουργώνεται , ώστε να προχωρεί σε βαθύτερη γνώση του Θεού και να γίνεται συνεχώς τελειότερη εικόνα του Χριστού, που τον δημιούργησε, τότε σ΄αυτή την θεραπευμένη διά του Χριστού κατάσταση, δεν υπάρχει διαφορά μεταξύ Έλληνος ή Ιουδαίου, περιτμημένου Ισραηλίτη ή απερίτμητου ειδωλολάτρη, Σκύθη ή βάρβαρου, δούλου ή ελεύθερου, άνδρα ή γυναίκα, διότι διά μέσου του Ιησού Χριστού, που σας θεράπευσε από την αμαρτία είσθε όλοι ένα» (Γαλ.3,28 και Κολ.3, 9-11).
Γράφει ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής: «Ο τέλειος στην αγάπη, που έφτασε στην ακρότητα της απάθειας, δεν γνωρίζει διαφορά δικού του ή ξένου, ή δικής του και ξένης, ή πιστού και απίστου, ή δούλου ή ελεύθερου, ή γενικά αρσενικού ή θηλυκού. Αλλ’ επειδή έχει γίνει ανώτερος από την τυραννία των παθών και αποβλέπει στην μία ανθρώπινη φύση, όλους τους θεωρεί ίσους και έχει την ίδια διάθεση απέναντι όλων. Γιατί δεν υπάρχει γι’ αυτόν Έλληνας και Ιουδαίος, ούτε αρσενικό ή θηλυκό, ούτε δούλος και ελεύθερος, αλλά όλα και σε όλα ο Χριστός». Δηλαδή, ερμηνεύοντας τον απ. Παύλο ο άγιος Μάξιμος λέει: ότι όταν ο άνθρωπος θεραπευθεί από την ασθένεια της αμαρτίας και φθάσει στην απάθεια, που δεν υπάρχει εμπαθής κλίση μέσα στη ψυχή προς κανένα από τα κτιστά, τότε γνωρίζοντας την αλήθεια τους βλέπει όλους ίσους και έχει την ίδια αγαθή διάθεση και συμπεριφορά προς όλους τους ανθρώπους, ασχέτως φυλής, χρώματος, θρησκείας, τάξης, φύλου, άνδρα ή γυναίκας. Η διαφορά λοιπόν μεταξύ άνδρα και γυναίκα οφείλεται στη ψευδώνυμη γνώση που έχομε λόγω ττης ασθένειας της αμαρτίας. Όταν κάποιος θεραπευθεί διά του Χριστού από την αμαρτία, τότε φθάνει στην αληθή γνώση ότι όλοι οι άνθρωποι, είτε άνδρες είτε γυναίκες, είναι ισότιμοι.
Η Αγία Γραφή και η Εκκλησία όχι μόνο δεν υποτιμούν την γυναίκα έναντι του άνδρα, αλλά περίτρανα δηλώνουν την αλήθεια, ότι δηλαδή ο άνδρας και η γυναίκαι είναι ΙΣΟΤΙΜΟΙ.
Υπάρχουν χωρία, βέβαια, που φαίνεται να υποτιμούν τη γυναίκα. Η πολυγαμία π.χ. στην Παλαιά Διαθήκη, αφού ακόμη και ο μέγας αυτός Αβραάμ είχε παλακίδα. Η πολυγαμία, πρώτον, είναι ένα γενικό φαινόμενο σε όους τους λαούς της εποχής εκείνης μέχρι της ελεύσεως του Χριστού. Δεύτερον, αυτός που κατέδειξε τη μονογαμία ως αρετή είναι ο Χριστός, ο οποίος αποτρέπει τη πορνεία και τη μοιχεία, τόσο στους άνδρες όσο και στις γυναίκες. Μοιχαλίς, κατά τον Χριστό, δεν είναι μόνο η παντρεμένη γυναίκα που σύναψε σχέσεις με άλλον άνδρα, αλλά και ο έγγαμος άνδρας που συνάπτει σχεσεις με άλλη παντρεμένη γυναίκα «Αυτός που θα λάβει για σύζυγο διαζευγμένη γυναίκα, διαπράττει μοιχεία» (Ματθ.5,32). Όχι μόνο αυτός που σύναψε σχέσεις με παντρεμένη γυναίκα είναι μοιχός αλλά: «Εγώ σας λέγω, ότι καθένας που βλέπει γυναίκα με τη πονηρή επιθυμία, ήδη με αυτή την εμπαθή ματιά, διέπραξε μοιχεία μέσα στην καρδιά του» (Ματθ.5,28). Η πορνεία, η οποία υποτιμά τη γυναίκα σ’ ένα σκεύος ηδονής, είναι επιτρεπτεί σε όλους τους λαούς, έως και σήμερα. Εάν λοιπόν η γυναίκα πρέπει να επαναστατήσει επειδή την υποτιμούν, δεν πρέπει να επαναστατήσει για την πορνεία, η οποία την υποβιβάζει από πρόσωπο σ’ ένα είδος, res πράγμα ηδονής; Ο απ. Παύλος όμως λέει, προς τους άνδρες και τις γυναίκες της Εκκλησίας: «Αποφεύγετε με όλη σας τη δύναμη τη πορνεία. Κάθε άλλο αμάρτημα που θέλει να κάνει ο άνθρωπος, διαπράττεται έξω από το σώμα. Ενώ αυτός που πορνεύει, είτε άνδρας είτε γυναίκα, αμαρτάνει αυτού τούτου του σώματος» (Α’Κορ.6,18). Και πάλι λέει ο απ. Παύλος: «Δεν γνωρίζετε ότι όσοι διαπράττουν αδικίες δεν θα κληρονομήσουν τη Βασιλεία του Θεού; Μην πλανάσθε λοιπόν. Ούτε πόρνοι, ούτε μοιχοί, ούτε ειδωλολάτρες, ούτε θηλυπρεπείς, ούτε αρσενοκοίτες, ούτες πλεονέκτες, ούτε μέθυσοι, ούτε υβριστές, ούτε άρπαγες θα κληρονομήσουν τη Βασιλεία του Θεού» (Α’Κορ.6,9-10). Η Εκκλησία λοιπόν δέχεται την γυναίκα ως πρόσωπο ισότιμο του άνδρα και είναι αυτή η Εκκλησία η οποία ανύψωσε τη γυναίκα από σκεύος ηδονής, σε πρόσωπο.
Ι