το δεύτερο ελληνικό Πάσχα της νέας “κανονικότητος» που εισήχθη από τον Covid-19
Υπο του διδάκτωρος του Πανεπιστημίου Γένοβας κυρίου Γεωργίου Καραλή - Πυρηνικού ιατρού. Πανεπιστημιακή πολυκλινική του δευτέρου Πανεπιστημίου Ρώμης.: «Tor Vergata»
Η ορθόδοξος Εκκλησία εγκαινιάζει την αρχή της Μεγάλης εβδομάδος με την βιβλική μορφή του Ιωσήφ του Παγκάλου. Μία ιστορία πολύ συγκινητική και με βάθος: τα έντεκα αδέλφια του τον μισούν και τον πετούν σ᾽έναν λάκκο, τον πουλούν στους εμπόρους για λίγα χρήματα και διηγούνται στον πατέρα τους ότι τον βρήκαν με τα ενδύματά του γεμάτα με αίματα...
Ο πατέρας του νομίζοντάς τον νεκρό, τον θρηνεί, αλλά ο Ιωσήφ θα γίνει μέγας στην Αίγυπτο, έχοντας υπερνικήσει τις παγίδες της γυναικός που τον ερωτεύθηκε με σαρκικό πάθος λαγνίας. Τελικά θα συγχωρήσει τ᾽αδέλφια του και θα γίνει αφορμή να διασωθούν στην περίοδο μεγάλου λιμού.
Εξίσου συγκλονιστική της βιβλικής διήγησης, είναι η πατερική προσέγγιση της ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας. Ονομάζει τον Ιωσήφ, Πάγκαλο, δείχνοντας το βάθος της πατερικής προσέγγισης και συνδέοντάς το με την έννοια του κάλλους. Το κάλλος δεν θεωρείται πια υπό την αισθητική του έννοια, αλλά είναι μία υπεροχική πραγματικότης: κάθε φορέας του κάλλους περιέχει κάτι από το αρχέτυπο κάλλος. Όχι ένα κάλλος που είναι λαμπερό μόνο στις αισθήσεις αλλά μία πραγματικότης που αγγίζει. Αυτή η θεώρηση είναι βαθιά βιβλική, γιατί πρώτος ο Δημιουργός στην Γένεση βλέπει όλη την δημιουργία: “και είδεν ο Θεός τα πάντα όσα εποίησε και ιδού καλά λίαν” και είδε δηλαδή ο Θεός ότι ότι δημιούργησε είναι λίαν ωραίο (καλόν): «Ουχί οφθαμοῖς Θεού τέρψιν παρέχει τα παρ᾽αυτοῦ γινόμενα, ουδέ τοιαύτην παρ᾽αυτῶ η αποδοχή των καλῶν οἳα και παρ᾽ημῖν, αλλά καλόν το τῶ λόγω τῆς τέχνης εκτελεσθέν, και προς την του τέλους ευχρηστίαν συντεῖνον. Ο τοίνυν εναργῆ τον σκοπόν των γινομένων προθέμενος, τα κατά μερος γινόμενα ως συμπληρωματικά του τέλους, τοῖς τεχνιτοῖς εαυτοῦ λόγοις επελθών επεδέξατο. Επεί και χείρ καθ᾽εαυτήν, και οφθαμοῖς ιδία, και έκαστον των τοῦ αδριάντος μελῶν διηρημένως κείμενα, ουκ αν φανείη καλά τῶ τυχόντι (άνω τελεια) προς δε την οικεία τάξιν αποτεθέντα, το εκ τῆς αναλογίας, εμφανές μόλις ποτέ και τῶ ιδιώτη παρέχεται γνώριμον. Ο μέντοι τεχνίτης και προ τῆς συνθέσεως οιδε το εκάστου καλόν, και επαινεῖ τα καθ᾽έκαστον, προς το τέλος αυτῶν επαναφέρων την έννοιαν. Τοιοῦτος οὖν δη τις και νῦν έντεχνος επαινέτης των κατά μέρος έργων ο Θεός αναγέγραπται, μέλλει δε τον προσήκοντα έπαινον και παντί ομοῦ τω κόσμω απαρτισθέντα πληρῶν»1
Αρκεί μόνο κάποιος ή κάτι να έρθει στην ύπαρξη σαν κτίσμα και να έχει την αιτία του από τον Δημιουργό, για να φέρει επάνω του το κάλλος, την ομορφιά: “και εκ τοῦ κάλλους των ορωμένων το υπέρκαλον εννοώμεθα...Και γαρ ει και την φύσιν αγνοουμε των γενομένων, αλλά το γε ολοσχερῶς υποπῖπτον ημῶν τῆ αισθησει, τοσούτον έχει το θαύμα, ώστε και τον εντρεχέστατον νοῦν ελάττονα ἂν φανῆναι του ελλαχίστου των εν τῶ κόσμω, προς το ἢ δυνηθῆναι αυτῶ κατ᾽αξίαν επεξελθεῖν, ἢ τον οφειλόμενο έπαινον αποπληρώσαι τῶ κτίσαντι” 2
Βέβαια αυτό το κάλλος δεν έχει τίποτε το κοινό με αυτό που σήμερα θαυμάζουμε σαν ωραίο. Κανένας στην σημερινή εποχή δεν θα θεωρούσε κάλλος (ομορφιά) φίδια, σαύρες, θηρία, και ερπετά που φέρουν δηλητήριο, γιατί απλώς και μόνον δημιουργήθηκαν από έναν Υπέρκαλο Θεό. Και βέβαια ο άνθρωπος, η κορωνίδα της δημιουργίας, δημιουργήθηκε εξ᾽αρχής γεμάτος από κάθε αρετή. Κάθε άνθρωπος που κινείται κατά φύσιν και αφήνει να δράσει αυτή τη φυσική αρετή, γίνεται από καλός πάγκαλος, όπως ο Ιωσήφ που προτυπώνει τον Ιησούν Χριστό. Αλλά δεν θα πρέπει ποτέ να ξεχνιέται ότι αυτό στην πράξη κοστίζει κόπο, ιδρώτα, δάκρυα, πολύ πόνο, αυτοθυσία και αποφυγή κάθε αυταπάτης. Ο Ιωσήφ απέφυγε στην ζωή του τον εύκολο ηδονισμό, πωλήθηκε ως σκλάβος από τα αδέλφια του, φυλακίσθηκε, έκλαψε πικρώς που έχασε το περιβάλλον του, τον οίκο του πατρός του ο οποίος τον υπεργαπούσε, με άλλα λόγια έφερε επάνω του όλα τα σημάδια του πόνου.
Στη μορφή του η Εκκλησία αναγνωρίζει την προτύπωση του πάθους του Χριστού. Γι᾽αυτό ακριβώς τον λόγο τονίζει την μορφή του στην ακολουθία της Αγίας και Μεγάλης Δευτέρας. Καλός δεν είναι βέβαια ο άνθρωπος, αυτή η ετερότητα κατά την προσωποκεντρική νέα θεολογία που μαγνητίζει τις μάζες με τις προσωπικές της γνώσεις, το ιδιαίτερο, συναρπαστικό, χαμόγελο, το μοναδικό περπάτημα, την ανεπανάληπτη τέχνη, την επαγγελματική επιστημοσύνη, όπως φαντάζονται οι περισσότεροι άνθρωποι. Καλός δεν είναι αυτός που έλκει σαν πρόσωπο, μία έλξη που βασίζεται σε εγκεφαλικά κέντρα και βιοχημικές αντιδράσεις. Ο Ιωσήφ προσέλαβε επάνω του τον πόνο και τον θάνατο που του πρόσφεραν τα αδέλφια του και μεταμόρφωσε όλο αυτόν το πόνο σε συγχώρεση, αγαθότητα, καλοσύνη, ελεημοσύνη και μακροθυμία, προτυπώνοντας με αυτόν τον τρόπο το έργο του Χριστού. Έμεινε Πάγκαλος γιατί δεν άφησε να τον κυριαρχίσουν η κακία, το μίσος, και όλα τα γνωμικά ανθρώπινα πάθη. Έδειξε με αυτόν τον τρόπο πώς κανείς μπορεί να κρατηθεί ωραίος (καλός) δεχόμενος να περπατήσει μαζί με τον πόνο και πόσο μεγάλη επιτυχία θεωρείται να δέχεται πόνο και θάνατο, όχι μόνο από τους εχθρούς αλλά και από τους αδελφούς.
Στην σημερινή εποχή που επικρατεί η μεταπατερική θεολογία, η πλήρης αγαπολογίας, που οδηγεί στον πνευματικό θάνατο, η πάγκαλη μορφή του Ιωσήφ επιμένει να χαρίζει την τροφή που χρειαζόμεθα: τον σπόρο της φυσικής αγάπης που δεν γνωρίζει καμμία αμοιβαιότητα και αγαπολογία στά χέρια όλων, ακόμη και αυτών των προσωπολατρών οι οποίοι εσφαλμένα νομίζουν ότι η αγάπη είναι μόνο μία αμοιβαιότητα και προσωπικό ανταλλάξιμο προϊόν.
Μνημη ποιούμενοι όλου αυτού του φυσικού κάλλους και της αγαθότητος, αρχίζουμε τις ακολουθίες της Αγίας και Μεγάλης Εβδομάδος που θα μας οδηγήσουν στο πάθος και στην ζωοποιό Ανάσταση του Κυρίου.
Κι᾽ ενώ στην ορθόδοξο παράδοση έχουμε κληρονομήσει από τους Πατέρες όλο αυτό το βάθος της θεολογικής γνώσης, σήμερα, όχι μόνο το αγνοούμε, αλλά και το πολεμούμε λυσσαλέα, σχηματίζοντας ετέρα θεολογική γνώση η οποία δεν έχει καμμία σχέση με την θεολογική, λειτουργική και εκκλησιατική μας παράδοση. Η νέα ακαδημαϊκή θεολογία, που κυριαρχεί στις θεολογικές σχολές, θεωρεί μεγάλη ντροπή να ασχολείται ακόμη και σήμερα με τους «ξεπερασμένους» Πατέρες, και κατανοεί την παράδοση ως μία αναγκαιότητα από την οποία όσο πιο γρήγορα διαφύγει κανείς τόσο ταχύτερα εισέρχεται στην πολιτισμένη Ευρώπη και στη νέα εποχή: μία εποχή η οποία όχι μόνο έχει αποδιώξει από την μνήμη της την ύπαρξη του Θεού, αλλά θεωρεί την ανθρώπινη φύση, που προσέλαβε σε υποστατική ένωση ο Υιός και Λόγος του Θεού, θεώνοντάς την εξ᾽άκρας συλλήψεως, μία αναγκαιότητα που θα πρέπει να ξεπερασθεί από τον νέο μεταμοντέρνο άνθρωπο, όπως τον φαντάσθηκε και προγραμμάτισε η νέα τάξη πραγμάτων.
Και για να πεισθούμε πια ότι η νέα εποχή δεν ανέχεται την ορθόδοξο παράδοση, χρειάσθηκε να εισέλθει στην ζωή μας εδώ κι᾽ενάμισυ περίπου χρόνο ένας νέος ιός που αναστάτωσε τα πάντα κι᾽έφερε τα πάνω κάτω. Πόσο πράγματι ο σημερινός ορθόδοξος χριστιανισμός, ο οποίος κατηχήθηκε από την μεταπατερική θεολογία, άντεξε στην νέα πραγματικότητα; Πόσο άραγε η ποιμένουσα Εκκλησία αντιστάθηκε στη κατάργηση κάθε χριστιανικής αλήθειας και στο κλείσιμο των ιερών ναών; πόσο πήγε ενάντια με την νέα τάξη πραγμάτων η οποία αρνείται την ιερότητα του χώρου και εξισώνει τον ιερό ναό με τα θέατρα και τις υπεραγορές; πόσο πήγε ενάντιά της καθότι αυτή χρησιμοποιεί ως μέσον την μοντέρνα επιστήμη θεωρούμενη ως το μοναδικό μέσον σωτηρίας του ανθρώπου και αρνούμενη να αποδεχθεί την θεία κοινωνία ως φάρμακο αθανασίας, παρά μόνο σαν πηγή μικροβίων; Έκανε κάτι η ποιμένουσα εκκλησία για να αποτρέψει το κλείσιμο των ιερών ναών και την εκδίωξη των πιστών από αυτόν; Φέτος βιώνουμε το δεύτερο Πάσχα, όπου ισχύει η νέα “κανονικότητα» δια τον φόβον του ιού ο οποίος μεταλλάχθη και τρομοκρατεί τους υπέργηρους Μητροπολίτας της ορθοδόξου εκκλησίας ακόμη και τους νεότερους γιατί η πίστη στο Αρχέτυπον κάλλος του ανθρώπου, τον Κύριον ημών Ιησού Χριστό, έχει εκλείψει και έχει αντικασταθεί από μία κοινωνική συνάθροιση, από την κατανόηση της εκκλησίας ως κοινωνικής συνάθροισης “προσώπων» που βασίζεται στην επιστήμη και κατανοείται ως συνωστισμός και φορέας ασθενειών.
Οδηγούμεθα προς το Πάσχα δια των ιερών ακολουθιών που εξηγούν το θείο πάθος που εκτυλίσσεται έμπροσθεν ημών, εκεί εις τον Γολγοθά, όπου ο Κύριος ηργάσατο σωτηρία εν μέσω της γής. “Ο ωραίος κάλλει παρά πάντας βροτούς ως ανείδεος νεκρός καταφαίνεται, ο την φύσιν ωραΐσας του παντός», καταβιβάζεται εκ του σταυρού από τον Νικόδημο και τίθεται άπνους εις το μνήμα, ενώ συνεχίζει ο σπαραγμός και ο πόνος όλων αυτών που τον πίστευσαν και συνεχίζουν να τον πιστεύουν ως Θεόν που έγινε άνθρωπος για να μας αθανατίσει: “Οἴμοι φῶς τοῦ Κόσμου! οἴμοι φῶς τὸ ἐμόν! Ἰησοῦ μου ποθεινότατε ἔκραζεν, ἡ Παρθένος θρηνῳδοῦσα γοερῶς. Ὦ Θεὲ καὶ Λόγε, ὢ χαρὰ ἡ ἐμή, πῶς ἐνέγκω σου ταφὴν τὴν τριήμερον νῦν σπαράττομαι τὰ σπλάγχνα μητρικῶς” Και μέσα σ᾽όλο το θείο δράμα, ζήσαμε και ζούμε πολλά δράματα αδελφών και συγγενών που πέθαναν από κορωνοϊό (όπως κατεγράφοντο στα νοσοκομεία) και τα σώματα αυτών εις την αρχή εκάησαν (αυτό έγινε στην Ιταλία) και μετέπειτα τυλίχθηκαν με σελοφάν, γυμνά μέσα στο φέρετρο, ερμητικά κλεισμένο και τυλιγμένο κι᾽αυτό με σελοφάν για να μη μπορέσει κανείς να το ανοίξει και να τιμήσει το σώμα του νεκρού ανθρώπου, που συνεχίζει να είναι το σώμα του συγκεκριμένου αδελφού ημών, ασχέτως και αν θα λειώσει κάτω στην γή. Πώς να τιμήσουμε το σώμα του τεθνεώντος αδελφού ημών, από την στιγμή που η σημερινή ακαδημαϊκή θεολογία διδάσκει ότι η φύση του ανθρώπου στερείται κάλλους, και μόνο το πρόσωπο είναι η υπέρτατη αξία για τον χριστιανισμό, λες και το πρόσωπο μπορεί ποτέ να υπάρξει άνευ σώματος και ψυχής, άνευ δηλαδή φύσεως! Η ποιμένουσα εκκλησία δεν πρόφερε κανένα λόγο για την ατίμωση του σώματος τόσων ανθρώπων! Ανήμπορη να αρθρώσει έστω και μία συλλαβή και να πεί αυτό το απλό: τι φοβάστε από ένα πεθαμένο άνθρωπο, μή σας μεταδώσει τον ιό; Όμως ο ιός μεταδίδεται δια των σταγονιδίων της αναπνοής και απ᾽ότι ξέρουμε τα πτώματα δεν αναπνέουν, εκτός και αν η μοντέρνα επιστήμη αποδείξει το αντίθετο! Αν πάλι φοβάστε από τα μολυσμένα ρούχα αρκεί κανείς να ξεντύσει το νεκρό σώμα, αρκεί να το πλύνει και το ενδύσει με καθαρά ρούχα όπως έκαναν παλιά όλοι οι χριστιανοί, όταν πέθαινε κάποιος αδελφός.
Δεν μπορώ να μην θρηνήσω, τούτο το Πάσχα, τον πατέρα μου, π. Ιωάννη Καραλή, γέρο και ανύμπορο που απομονώθηκε και χάθηκε σ᾽ένα νοσοκομείο, χωρίς καμμία δυνατότητα να επικοινωνήσει με κανένα γνωστό, ή φίλο ή συγγενή. Κλεισμένος σ᾽ένα χώρο με αναπνευστικές μάσκες, μη δυνάμενος έστω και την ύστατη στιγμή να κοινωνήσει των Αχράντων Μυστηρίων! Παρ᾽ότι εδώ και εξήντα χρόνια ήταν ιερεύς και ενόσω ήταν ακόμη εν ενεργεία, είχε ζητήσει από τους συνεφημερίους του να μην τον αφήσουν, ό,τι και να γίνει να πεθάνει χωρίς την θεία κοινωνία. Πλήν οι παρακλήσεις του αποδείχθησαν εις μάτην. Η νέα “κανονικότητα» επέτρεπε σε νοσοκόμους και γιατρούς να εισέρχονται, αλλά απαγόρευσε ρητώς στον εφημέριο του νοσοκομείου “Σωτηρία», όπου νοσηλευόταν, να εισέλθει, γιατί η θεία κοινωνία δεν εκρίνετο απαραίτητη από τους “επιστήμονες» της νέας εποχής. Η ποιμένουσα εκκλησία ούτε καν ασχολήθηκε με αυτό το ζήτημα, ίσως γιατί και η ίδια δεν θεωρούσε απαραίτητη την θεία κοινωνία σε ετοιμοθάνατους ασθενείς μέσα στις νοσοκομειακές μονάδες τις ειδικά εξοπλισμένες για την αντιμετώπιση του κορωνοϊού, έστω και αν αυτός που πέθαινε ήταν ιερεύς ή επίσκοπος! Και το κακό δυστυχώς δεν σταμάτησε εκεί: ακόμη και το σώμα του τεθνεώντος πατρός Ιωάννου Καραλή ακολούθησε την ίδια μοίρα: με άλλα λόγια το ατίμασαν από την στιγμή που κηδεύτηκε γυμνό, χωρίς τα ιερατικά του άμφια, λές και η ίδια εκκλησία τον είχε αφορίσει και δεν του επέτρεψε να κηδευτεί με την ιερατική του στολή! Και δεν ωφελεί τίποτε αν στην κηδεία, στην οποία απαγορεύθηκε στο ποίμνιο του πατρός Ιωάννη να του δώσει τον τελευταίο ασπασμό, μήπως και γίνει“συνωστισμός», η σύνοδος εξέφρασε δια του στόματος του Θεοφιλεστάτου επισκόπου Ωρεών κυρίου Φιλοθέου, αρχιγραμματέα της ιεράς συνόδου, αγαπολογικούς και τιμητικούς λόγους. Πού πήγε άραγε όλη η αγάπη του χριστιανού που αγκαλιάζει όχι μόνο την ψυχή, αλλά και το σώμα; Μήπως αυτός δεν χρησιμοποιούσε τα χέρια του για να τελέσει την θεία ευχαριστία, μήπως δεν χρησιμοποιούσε τα χέρια του για να μεταδώσει τα τίμια δώρα, μήπως δεν έτρεχε στα νοσοκομεία για να μεταδώσει την θεία ευχαριστία σε αρρώστους; Μήπως έκανε τα πάντα δια του “προσώπου», άνευ του σώματος ή μήπως στην πραγματικότητα το πρόσωπο, επειδή κάποιοι το θεωρούν υπέρτατη αξία, μπορεί να επιτελεί τα πάντα άνευ σώματος και ψυχής, άνευ φύσεως από την στιγμή που αυτή είναι απλώς μία αναγκαιότης η οποία το φυλακίζει, και το μετατρέπει σε “άτομο» ανίκανο προς σωτηρία; Μήπως τελικά στην πραγματικότητα ο Θεός απέτυχε να μας κάνει πρόσωπα και θα πρέπει να γίνουμε από μόνοι μας; μήπως για τους μεταπατερικούς θεολόγους η ανάσταση των σωμάτων δεν κρίνεται πλέον ως απαραίτητη; Για τους Πατέρες όμως αυτό το σώμα που η σημερινή μεταπατερική και μεταμοντέρνα εποχή δεν σέβεται και το ατιμάζει, αυτό είναι που θα αναστηθεί: “Και λέγοντας ανάσταση εννοούμε την ανάσταση των σωμάτων. Γιατί ανά-σταση είναι δεύτερη σύ-σταση αυτού που έπεσε. Άλλωστε οι ψυχές ως αθάνατες πως θ᾽αναστηθούν; Γιατί αν ορίζουν τον θάνατο σαν χωρισμό της ψυχής από το σώμα, οπωσδήποτε η ανάσταση είναι η νέα συνάφεια της ψυχής και σώματος και δεύτερη σύσταση του ζώου που διαλύθηκε κι᾽έπεσε. Το ίδιο λοιπόν το σώμα που φθείρεται και διαλύεται, το ίδιο θ᾽αναστηθεί άφθαρτο. Γιατί δεν αδυνατεί αυτός που αρχικά από το χώμα της γης το συγκρότησε ξανά να το αναστήσει, μετά την διάλυση και την επιστροφή του στη γή, από την οποία είχε ληφθεί, κατά την απόφαση του Δημιουργού.»3
Η ανάσταση όσο και να φαίνεται χωρίς λογική στην μεταμοντέρνα εποχή που ζούμε είναι μία πραγματικότητης που όλοι οι άνθρωποι είτε το πιστεύουμε, είτε όχι, θα την ζήσουμε, γιατί Αυτός που μετέβαλε το χώμα σε σώμα με μόνη τη βούληση, που πρόσταξε μία μικρή ρανίδα ύλης του σπέρματος να αυξάνεται στην μήτρα και να αποτελεί το πολυσύνθετο και πολύμορφο σώμα, πολύ περισσότερο δεν μπορεί να αναστήσει με τη βούληση αυτό που έγινε και μετά διαλύθηκε; Όμως για όλους αυτούς που κινούνται κατά της Εκκλησίας του Χριστού, για όλους τους αιρετικούς που απομακρύνονται δια έργων, λόγων και βλασφημιών από την ορθή πίστη, ας μη ξεχνάνε ότι ανάσταση δεν σημαίνει απαραιτήτως και θέωση όπως πιστεύει η μεταπατερική αγαπολογική “θεολογία»
“Αν δεν υπάρχει ανάσταση φάγωμεν καί πίωμεν και ας ακολουθήσουμε φιλήδονη και απολαυστική ζωή. Αν δεν υπάρχει ανάσταση σε τί διαφέρουμε από τα άλογα ζώα; Αν δεν υπάρχει ανάσταση, ας μακαρίσουμε τα θηρία του αγρού που έχουν την άλυπη ζωή. Αν δεν υπάρχει ανάσταση, ούτε Θεός υπάρχει ούτε πρόνοια, και όλα φέρονται και άγονται με τυχαίο τρόπο. Γιατί να, βλέπουμε να ζουν πολλοί σε έσχατη φτώχεια και να αδικούνται και να μη έχουν καμμιά φροντίδα στην παρούσα ζωή τους, ενώ βλέπουμε να ευημερούν αμαρτωλοί και άδικοι με πλούτη και με κάθε απόλαυση. Και ποιός λογικός άνθρωπος θα το θεωρήσει έργο δικαιοκρισίας ή σοφής πρόνοιας; Θα υπάρχει λοιπόν θα υπάρχει ανάσταση. Γιατί ο Θεός είναι δίκαιος και σ᾽αυτούς που τον υπομένουν αποδίδει την αμοιβή. Αν λοιπόν η ψυχή μόνη της πήρε μέρος στους αγώνες της αρετής, μόνη και θα στεφανωθεί. Και άν μόνη της κυλίστηκε στις ηδονές, δίκαια και μόνη θα κολαζόταν. Αλλά επειδή ούτε την ύπαρξη είχαν χωριστή και ούτε την αρετή ούτε την κακία ακολούθησε η ψυχή χωρίς το σώμα, δίκαια θα πάρουν και τα δύο μαζί και τις αμοιβές».4
Επειδή πολλά λέγονται και γράφονται σήμερα κατά των Πατέρων και των αποφάσεων των Οικουμενικών συνόδων, χωρίς η ποιμένουσα εκκλησία να παίρνει κάποια μέτρα, όπως για παράδειγμα για τον υβριστή αρχιμανδρίτη Χριστόδουλο Ταμπακόπουλο που διέβαλε τον Άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά και την ορθόδοξη πίστη, καλό θα ήταν να τελειώναμε την αναφορά μας προς το αρχέτυπον κάλλος του ανθρώπου, τον Κύριον Ημών Ιησού Χριστό, παραθέτοντας έναν μεγάλο πατέρα της εκκλησίας τον Άγιο Αμβρόσιο, ο οποίος διακρίθηκε ανάμεσα στα άλλα και για τον αγώνα που έδωσε κατά των αιρέσεων, και ο οποίος, σε αντίθεση προς την σημερινή ποιμένουσα εκκλησία όχι μόνο αντέδρασε κατά της πολιτικής διοίκησης της εποχής του, αλλά πέταξε κυριολεκτικά έξω από την εκκλησία τον αυτοκράτορα Θεοδόσιο, αυτόν που κυβερνούσε όλον σχεδόν τον τότε γνωστό κόσμο, εξαναγκάζοντάς τον σε μετάνοια: “... εμπρός λοιπόν και ας αφήσουμε τον Άγιο Ιωσήφ να ανοιχθεί μπροστά μας σαν ενας καθρέπτης αγνότητος. Γιατί στην μορφή του και στις πράξεις του λάμπει η ταπεινότης και η λαμπρότης της Θείας Χάριτος, που σαν ένας άλλος συνοδός κάνει να λάμψει την παρθενία του. Ο πατήρ ο Ιακώβ ορθώς κατασκεύασε ένα ένδυμα πολύχρωμο για τον υιό του, δείχνοντας με αυτόν το τρόπο ότι ο Ιωσήφ θα ξεπερνούσε τους άλλους αδελφούς φορώντας το ένδυμα των πολλών αρετών. Στην πραγματικότητα η Θεία Χάρις έκανε τον Ιωσήφ να λάμπει ήδη από τα παιδικά του χρόνια. Γιατί είδε ένα όνειρο: ενώ έδενε δεμάτια στο μέσον της πεδιάδας μαζί με τους αδελφούς του -έτσι του φάνηκε στον ύπνο- το δικό του δεμάτιο έμεινε όρθιο και τα υπόλοιπα δεμάτια προσκύνησαν το δικό του. Τώρα με αυτό το όνειρο η ανάσταση του Κυρίου που ακόμη δεν είχε αποκαλυφθεί τώρα αποκαλύπτεται. Όταν τον είδαν αναστημένο οι έντεκα απόστολοι και όλοι οι άγιοι που ανεστήθησαν (Ματθ 27,52) φέροντας τα φρούτα των καλών πράξεών τους τον προσεκύνησαν.
Ο Ιωσήφ όμως είδε κι᾽ένα άλλο όνειρο και το διηγήθηκε στον πατέρα και στα έντεκα αδέλφια του: είδε τον ήλιο και τα έντεκα αστέρια να τον προσκυνούν. Ο πατέρας του όμως τον επίπληξε λέγοντάς του: “ποιό είναι το νόημα του ονείρου που είδες; Είναι ποτέ δυνατόν εγώ η μητέρα σου και τα αδέλφια σου να έρθουμε να σε προσκυνήσουμε;”
Ποιός λοιπόν είναι αυτός που μπροστά του οι γονείς και τ᾽αδέλφια του πέσανε στα γόνατα αν δεν είναι ο Ιησούς Χριστός; Ο Ιωσήφ η Μητέρα του μαζί με τους αποστόλους τον προσεκυνησαν και ομολόγησαν μέσα σ᾽αυτό το σώμα, τον αληθινό Θεό που γι᾽αυτόν εγράφη: “Αινείτε Αυτόν ήλιος και σελήνη, αίνειται αυτόν πάντα τ᾽άστρα και το φως” (Ψαλμος 143,3) Ο Ιωσήφ εστάλη από τον πατέρα του στα αδέλφια του για να δει αν ήταν καλά εκεί που έβοσταν τα πρόβατα, ή καλύτερα εστάλη από Εκείνον τον Πατέρα “ὃς γέ του ιδίου Υιοῦ ουκ εφείσατο αλλ᾽υπέρ ημῶν πάντων παρέδωκεν αυτόν» (ρωμ 8,32) από Εκείνον τον Πατέρα για τον οποιο εγράφη: “ο Θεός τον ευατοῦ Υίόν πέμψας εν ομοιώματι σαρκός αμαρτίας” (Ρωμ 8,3). Τ᾽ αδέλφια του κακομεταχειρήσθηκαν αυτόν που “υπερύσχισε υπέρ ευλογίας ορέων μονίμων και επ᾽ευλογίαις θινῶν αενάων” (Γεν 49,26). Ποιόν κατάλαβε ο Ιωσήφ ότι προτύπωνε ο ίδιος; Τον “ ωραῖο κάλλει παρά τους Υιούς των ανθρώπων” (Ψαλ 44,3) και “ τῶ δέ δυναμένω υπέρ πάντα ποιεῖσαι υπερεκπερισσοῦ ὧν αιτούμεθα ἢ νοοῦμεν, κατά την δύναμιν την ενεγουμένην εν ἡμῖν” (εφ 3,20) ...
Με αυτόν το τρόπο λοιπόν για να αναγνωρίσουμε ότι είναι ένα μυστήριον που αναφέρεται στον εκλεκτό λαό του Θεού και στον Κύριον Ιησουν είπε ο Ιούδας ο αδελφός αυτού “δεῦτε αποδωσόμεθα αυτόν τοῖς ισμαηλίταις τούτοις” (Γεν 37,27) Τί σημαίνει λοιπόν το όνομα Ιωσήφ; Από πού εξέρχεται Χάρις του Θεού και χαρακτήρ του Υψίστου. Και ποιός λοιπόν ήταν αυτός που επωλείτο; μόνο Αυτός “ ὃς εν μορφῆ Θεού υπάρχων ουχ αρπαγμόν ηγήσατο το εἶναι ίσα Θεῶ αλλά εαυτόν εκένωσε μορφή δούλου λαβών, εν ομοιώματι ανθρώπου γενόμενος” (φιλ β 2,6 και 7) και εμείς δεν θα τον είχαμε αν δεν επωλείτο από τον λαόν του. Ετσι λοιπόν βλέπουμε ότι ο Ιωσήφ πωλήθηκε για είκοσι χρυσά νομίσματα, σύμφωνα με μία υπόθεση, σύμφωνα με μία άλλη για εικοσιπέντε και σύμφωνα με μία τρίτη για τριάντα και όλο αυτό συμβαίνει γιατί ο Χριστός δεν εκτιμείται με την ίδια αξία από όλους. Για ορισμένους αξίζει πιο πολύ, για άλλους ακόμη πιο λίγο. Η πίστη αυτού που αγοράζει, καθορίζει την αυξομείωση της τιμής. Για έναν ευσεβή η τιμή είναι μεγάλη, για έναν αμαρτωλό ο Σωτήρ αξίζει πολύ, όπως μάλιστα έχει πολλή μεγάλη τιμή για αυτόν ο οποίος λαμβάνει την χάρι. Αξίζει λοιπόν και γι᾽αυτόν που «ὢ το πλεῖον εχαρίσατο...ότι ηγάπησε πολύ» (Λουκ ζ 43-47)
Γι᾽αυτό το ένδυμά του δηλαδή η σάρκα του εβράχη με αίμα, αλλά όχι η θεότητά του. Και οι εχθροί του ήταν σε θέση να αγγίξουν από αυτόν το σαρκικό κάλυμμα, αλλά όχι την αθάνατον ζωή. Τώρα το ότι οι αδελφοί του Ιωσήφ έβρεξαν με αίμα τράγου τα ιμάτια του Ιωσήφ , σημαίνει ότι με ψευδείς μαρτυρίες κατηγόρησαν και έγιναν εχθροί, με πρόσχημα την αμαρτία, Αυτού που μπορεί να συγχωρέσει τις αμαρτίες όλων των ανθρώπων. Για εμάς είναι ο αμνός, γι᾽ αυτούς είναι ο τράγος. Για εμάς ο αμνός του Θεού ο αίρων την αμαρτία κόσμου εθανατώθη, ενὠ γι᾽αυτούς είναι ο αποδιοπομπαίος τράγος αυτός που σήκωσε στους ώμους του όλες τις αμαρτίες του κόσμου και όλες τις παραβιάσεις του νόμου.
Ο Χριστός πωλήθηκε γιατί πήρε επάνω του όλες τις αμαρτίες της ανθρωπότητος, χωρίς ο ίδιος να αμαρτήσει. Δεν θεωρήθηκε οφειλέτης κανενός αμαρτήματος, γιατί ο ίδιος ποτέ του δεν αμάρτησε. ´Ετσι υπέγραψε συμβόλαιο με την τιμή που έπρεπε να πληρώσει για τις αμαρτίες μας, όχι για να κερδίσει ο ίδιος χρήματα. Κατέστεψε τους δεσμούς του οφειλέτη, απομάκρυνε τον πιστωτή, ελευθέρωσε τον οφειλέτη. Μόνο Αυτός πλήρωσε όλο το χρέος. Ο ίδιος πήρε επάνω του την οφειλή, για να αποδιώξει την σκλαβιά όλου του κόσμου, να ξαναφέρει την σταθερότητα του Παραδείσου και για να δωρίσει μία νέα Χάρι δια μέσου της δικής του Δόξης που γευθήκαμε από την μετοχή του στην δική μας φύση...
Ο Ιωσήφ έζησε μία ζωή χωρίς αμαρτία γιατί αν και ήταν συμπαθητικός και όλος ωραίος, πολύ ωραίος ως προς την μορφή, δεν ανάγκασε, χρησιμοποιώντας την γοητεία της ωραίας του όψης, να πέσουν άλλοι στην αμαρτία, αλλά την κράτησε για να έλξει την θεία Χάρι σε αυτόν. Πίστευε ότι θα γινόταν πολύ πιο ελκυστικός αν κρατούσε τον εαυτό του πιο ωραίο, όχι χάνοντας την παρθενία του, αλλά καλλιεργόντας την εγκράτεια. Αυτό είναι το πραγματικό κάλλος που δεν ξεγελά τους οφθαλμούς των άλλων και δεν πληγώνει τους ασθενείς, αλλά κερδίζει την αναγνώριση όλων των ανθρώπων. Ένα τέτοιου είδους κάλλος δεν προξενεί βλάβη σε κανένα, αλλά κερδίζει αίνους. Γι᾽αυτό ο Ιωσήφ εγκατέλειψε το ένδυμά του , που η μοιχός γυναίκα είχε αρπάξει με τα χέρια της, σαν να μην ήταν δικό του. Θεωρούσε ξένα για το εαυτό του όλα τα ενδύματα που η ακάθαρτη γυναίκα κατάφερε να πιάσει με τα χέρια της. Πραγματικά ήταν μεγάλος ο Ιωσήφ. Αν και ήταν ένας πουλημένος δούλος, ποτέ του δεν γνώρισε την σκλαβιά. Αν και τον ερωτεύθηκε με πάθος η Αιγυπτία γυναίκα, δεν της ανταπέδωσε ποτέ αυτόν τον σαρκικό έρωτα. Αν και κρατήθηκε, διέφυγε αφήνοντας μέσα στο δωμάτιο το ρούχο από το οποίο κρατιόταν. Σίγουρα χωρίς ρούχα, αλλά όχι γυμνός, γιατί ήταν καλυμμένος πιο πολύ από το ρούχο της σοφίας. Στην πραγματικότητα κανένας άνθρωπος δεν μπορεί ποτέ να γυμνωθεί παρά μόνο αν γίνει ένοχος. Ο Ιωσήφ κράτησε επάνω του το άφθαρτο ένδυμα των αρετών «αποδυσάμενος τον παλαιόν άνθρωπον συν τοις πράξεσι αυτοῦ και ενδυσάμενος τον νέον τον ανακαινούμενον εις επίγνωσην κατ᾽εικόνα του κτίσαντος αυτοῦ» (κολ 3, 9-10)5
Καλή Ανάσταση αδελφοί
ΠΗΓΕΣ :
1 Μέγας Βασίλειος Ομιλίαι θ´εις την εξαήμερον Ομιλία γ´ 10 1-4
2 Μέγας Βασίλειος. Ομιλίαι θ´ εις την εξαήμερον ομιλία α´ 11,40 – 45
3 Ιωάννης Δαμασκηνός. Έκδοσις ακριβής της ορθοδόξου πίστεως. 27, 100, Περί αναστάσεως. Εκδόσεις Πουρνάρα Θεσσαλονίκη σελίδα 444
4 Ιωάννης Δαμασκηνός. Έκδοσις ακριβής της ορθοδόξου πίστεως. 27, 100, Περί αναστάσεως. Εκδόσεις Πουρνάρα Θεσσαλονίκη σελίδα 444
5 Αμβροσίου Μεδιολάνου. “De Ioseph”: Michele Cutino 2005, σελ. 53-97. Βλέπε και Nauroy 2007.
1 Μέγας Βασίλειος Ομιλίαι θ´εις την εξαήμερον Ομιλία γ´ 10 1-4
2 Μέγας Βασίλειος. Ομιλίαι θ´ εις την εξαήμερον ομιλία α´ 11,40 - 45
3 Ιωάννης Δαμασκηνός. Έκδοσις ακριβής της ορθοδόξου πίστεως. 27, 100, Περί αναστάσεως. Εκδόσεις Πουρνάρα Θεσσαλονίκη σελίδα 444
4 Ιωάννης Δαμασκηνός. Έκδοσις ακριβής της ορθοδόξου πίστεως. 27, 100, Περί αναστάσεως. Εκδόσεις Πουρνάρα Θεσσαλονίκη σελίδα 444
5 Αμβροσίου Μεδιολάνου. “De Ioseph”: Michele Cutino 2005, σελ. 53-97. Βλέπε και Nauroy 2007.